Τι δεν λένε για το σκοπιανό
Το «δικό τους»...« πρόγραμμα»
«Καθαρή έξοδος με δικό μας πρόγραμμα». «Σχέδιο μεταρρυθμίσεων με ελληνική σφραγίδα».
Είναι μερικοί από τους τίτλους με τους οποίους ο κυβερνητικός Τύπος παρουσιάζει τις μέρες αυτές τα σχέδια που καταρτίζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, «δικής της κοπής», για το πώς θα στηρίξει το κεφάλαιο μετά το τέλος του τρέχοντος μνημονίου.
Τα σχέδια αυτά, με τις ανάλογες παραινέσεις εταίρων και ιμπεριαλιστικών θεσμών, κάθε άλλο παρά γράφονται σε λευκό χαρτί.
Είναι το τσάκισμα των εργατικών δικαιωμάτων, το αντιλαϊκό νομοθετικό πλαίσιο που εμπλουτίζεται διαρκώς ώστε να θωρακίζονται η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία του κεφαλαίου, τα μέτρα που έχουν συναποφασιστεί με ορίζοντα δεκαετιών, στο φόντο και των μνημονίων διαρκείας της ΕΕ, οι «απαραίτητες προϋποθέσεις» και η βάση εκκίνησης.
Πάνω σε αυτά, και πολύ περισσότερο πάνω στις πολλάκις διατυπωμένες «ανάγκες» και «θέλω» των επιχειρηματικών ομίλων, όπως δείχνει και η πρόσφατη παρέμβαση των βιομηχάνων, έρχεται να γράψει η κυβέρνηση τις «νέες» σελίδες θωράκισης των επιχειρηματικών ομίλων.
Είναι οι ανάγκες για «τροφοδότηση» των επιχειρηματικών ομίλων με νέο «ζεστό» χρήμα και διευκολύνσεις, αυτές που επιβάλλουν διευθετήσεις και ευκολίες πληρωμής σε ό,τι αφορά το κρατικό χρέος, και «έξοδο στις αγορές», με εγγύηση - «μαξιλάρια ασφαλείας» βγαλμένα από τις ατελείωτες θυσίες του λαού, τη φοροληστεία, το τσεκούρι σε Υγεία - Πρόνοια κ.ο.κ.
Είναι το σχέδιο αυτό που έχει ως απαραίτητο όρο τη θωράκιση του τραπεζικού συστήματος ώστε να τροφοδοτήσει το νέο γύρο καπιταλιστικής συσσώρευσης, που μεταξύ άλλων περνάει και μέσα από τη γενίκευση των πλειστηριασμών λαϊκών σπιτιών.
Και βέβαια είναι οι ανάγκες «θωράκισης» της καπιταλιστικής κερδοφορίας αλλά και οι ανάγκες προσέλκυσης κεφαλαίων στην εγχώρια καπιταλιστική οικονομία, αυτές που «γράφουν» στην προμετωπίδα του σχεδίου την ανάγκη για απαρέγκλιτη συνέχιση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων.
Είτε αυτές αφορούν την παγιοποίηση - «κωδικοποίηση» των αντεργατικών ανατροπών ώστε να μην υπάρξει «πισωγύρισμα» σε όσα κέρδισε το κεφάλαιο στα χρόνια της κρίσης, είτε τις επιπλέον διευκολύνσεις για το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας, που μεταξύ άλλων σημαίνουν νέο γύρο επίθεσης σε αυτοαπασχολούμενους και επαγγελματίες.
Το σχέδιο αυτό, και ο ιδιαίτερος στόχος της αστικής τάξης να αναδειχθεί η χώρα σε κόμβο Ενέργειας και εμπορευμάτων, έχουν ως βασικό τους σκέλος την προσπάθεια για τη «γεωπολιτική αναβάθμισή» της στην περιοχή.
Προσπάθεια που περνά μέσα από την «αναβάθμιση» της επικίνδυνης εμπλοκής στα ιμπεριαλιστικά σχέδια ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, τροφοδοτεί την «ενεργητικότητα» της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά το κλείσιμο ανοιχτών ζητημάτων με ΠΓΔΜ και Αλβανία ώστε να διευκολυνθεί η «ευρωατλαντική ολοκλήρωση» των Δ. Βαλκανίων, αλλά και τη διαθεσιμότητά της να αναλάβει το ρόλο του «σημαιοφόρου» των ευρωατλαντικών σχεδίων συνολικά στην περιοχή.
Οι εργαζόμενοι, τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, απέναντι στο «εθνικό» σχέδιο του κεφαλαίου, που για τους ίδιους σηματοδοτεί επίθεση χωρίς τέλος αλλά και μεγάλους κινδύνους, πρέπει να αντιπαραβάλουν το δικό τους, εκείνο που αφορά την ανάκτηση των απωλειών, την ικανοποίηση των αναγκών τους.
Γύρω από αυτό το σχέδιο, χρειάζεται να δυναμώσουν η συζήτηση, η οργάνωση, η διεκδίκηση σε κάθε χώρο δουλειάς και γειτονιά.
Γύρω από αυτό το σχέδιο μπορούν και πρέπει να βρουν «κοινή στέγη» εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι, φτωχοί αγρότες. Και είναι αυτό το σχέδιο που σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του μπορεί να δώσει φιλολαϊκή διέξοδο, να σημάνει αντεπίθεση.
Πολλοί ψαράδες σε θολά και επικίνδυνα νερά...
Με προμετωπίδα το σύνθημα «η Μακεδονία είναι Ελλάδα» και με αίτημα να μην αναγνωριστεί η ΠΓΔΜ με σύνθετο όνομα που να περιέχει τον όρο «Μακεδονία», οργανώνεται την Κυριακή στο Σύνταγμα ένα ακόμα συλλαλητήριο, με πρωτοβουλία διαφόρων παμμακεδονικών συλλόγων και ομοσπονδιών στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Πίσω από τους επίσημους διοργανωτές, στοιχίζεται ένας συρφετός από εθνικιστικές, ακροδεξιές κινήσεις και κόμματα, μητροπολίτες με γνωστές αντικομμουνιστικές απόψεις, Μέσα Ενημέρωσης που προβάλλουν τη δραστηριότητα των εθνικιστών και αναπαράγουν το ρατσιστικό τους δηλητήριο.
Και βέβαια, από αυτόν τον εθνικιστικό εσμό δεν θα μπορούσε να λείπει η Χρυσή Αυγή, την οποία οι διοργανωτές «μοστράρουν» στους συμμετέχοντες, μαζί με άλλα κόμματα, όπως οι ΑΝΕΛ και η Ενωση Κεντρώων.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, αξιοποιεί τον εθνικιστικό παροξυσμό που αναζωπυρώνεται με τα συλλαλητήρια για να εξωραΐσει τη δική της κοσμοπολίτικη αντίληψη για τα Βαλκάνια, που στον πυρήνα της έχει την «ευρωατλαντική ολοκλήρωση» της περιοχής, με τη διευθέτηση του ονοματολογικού και την ένταξη της ΠΓΔΜ πρώτα στο ΝΑΤΟ και μετά στην ΕΕ.
Μόνο που ο στόχος αυτός δεν αμφισβητείται ούτε από τους επίσημους και ανεπίσημους διοργανωτές των συλλαλητηρίων, που δίνουν τη «μάχη» στο όνομα, αφήνοντας σκόπιμα στο απυρόβλητο τους επικίνδυνους σχεδιασμούς ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ στη Βαλκανική, στους οποίους η Ελλάδα διεκδικεί αναβαθμισμένο ρόλο, για λογαριασμό της αστικής τάξης και όχι του λαού.
Οι ιμπεριαλιστικοί αυτοί σχεδιασμοί, που συνδέονται με ισχυρά μονοπωλιακά συμφέροντα, στηρίχτηκαν και στο παρελθόν στο «διαίρει και βασίλευε», στην έξαψη του εθνικισμού και του αλυτρωτισμού σε κράτη και πληθυσμούς των Βαλκανίων, με ανοιχτή παρέμβαση των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους, ανταγωνιστικά κυρίως προς τη Ρωσία.
Τα θολά όρια ανάμεσα στον αστικό εθνικισμό και κοσμοπολιτισμό επιβεβαιώνονται και από το γεγονός ότι επιφανείς υποστηριχτές του πρώτου, που πρωτοστάτησαν το 1992 και το 1994 στη διοργάνωση των συλλαλητηρίων για την ΠΓΔΜ, εμφανίζονται σήμερα να υπερασπίζονται με πάθος έναν «έντιμο συμβιβασμό» με τη γείτονα χώρα, στη βάση μιας σύνθετης ονομασίας με τον όρο «Μακεδονία».
Δεν κρύβουν, μάλιστα, ότι αφετηρία τους είναι το άμεσο και μακροπρόθεσμο συμφέρον της ελληνικής αστικής τάξης, που έχει οικονομικά ερείσματα στην περιοχή των Βαλκανίων και φιλοδοξεί να τα επεκτείνει, με την ανάδειξη της χώρας σε ενεργειακό και διαμετακομιστικό κόμβο, που περνάει μέσα κι από την ένταξη της ΠΓΔΜ και άλλων κρατών στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ.
Από την άλλη, ένα τμήμα απ' αυτούς που πρωταγωνιστούν ή στηρίζουν τα συλλαλητήρια, δεν κρύβουν την ανησυχία τους ότι τα ανταλλάγματα που δίνονται στην Ελλάδα είναι ανεπαρκή, ότι η διαπραγμάτευση γίνεται με λάθος όρους και ότι ο ρόλος της Ελλάδας στα Βαλκάνια θα υποβαθμιστεί, αν η ΠΓΔΜ και άλλες όμορες χώρες γίνουν πλήρη μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.
Αλλοι πάλι διακινούν σενάρια διαμελισμού της ΠΓΔΜ, ως την ευνοϊκότερη εξέλιξη για τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης.
Σε κάθε περίπτωση, όπως δείχνουν και οι παρεμβάσεις εκπροσώπων των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ, η κυβέρνηση έχει αναλάβει ισχυρές δεσμεύσεις για την προώθηση των ευρωατλαντικών σχεδίων στην περιοχή.
Σ' αυτήν την κατεύθυνση εντείνει τη διαπραγμάτευση με την ΠΓΔΜ και υποβαθμίζει συνειδητά το ζήτημα των αλλαγών στο Σύνταγμα της ΠΓΔΜ, που τροφοδοτεί τον αλυτρωτισμό. Ταυτόχρονα, τα συλλαλητήρια για το Σκοπιανό και η αντιπαράθεση στον άξονα «εθνικισμός - κοσμοπολιτισμός» αναδεικνύονται σε «καταλύτη» για την επιτάχυνση διεργασιών σε όλο το φάσμα του αστικού πολιτικού συστήματος.
Η κυβέρνηση προσάπτει στη ΝΔ ροπή στον εθνικισμό, για τις θέσεις και τις αντιφάσεις της στο ονοματολογικό και προσπαθεί να ενισχύσει τις κάλπικες διαχωριστικές γραμμές στο δίπολο «πρόοδος - συντήρηση».
Με τον τρόπο αυτό, ασκεί πίεση κυρίως στο ΠΑΣΟΚ να διαρρήξει κάθε προοπτική συνεννόησης με τη ΝΔ και, ταυτόχρονα, διακινεί σενάρια για μελλοντικές «προοδευτικές» συνεργασίες, που ξεπερνούν κατά πολύ την ψήφιση στη Βουλή μιας συμφωνίας για το όνομα της ΠΓΔΜ.
Από την πλευρά της, η ΝΔ αξιοποιεί τη διαφοροποίηση Καμμένου από την επίσημη κυβερνητική θέση για να οξύνει αντιθέσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ προσδοκά οφέλη και από την «κάλυψη» που δίνει σε ένα μέρος του ακροατηρίου της, με εθνικιστικές και ακροδεξιές απόψεις, να συμμετάσχει στα συλλαλητήρια.
Αλλες δυνάμεις, όπως η ΛΑΕ και η Κωνσταντοπούλου, προσπαθούν να ψαρέψουν στα επικίνδυνα θολά νερά του εθνικισμού στο όνομα του «αντικυβερνητικού χαρακτήρα» των συλλαλητηρίων, όπως έκαναν άλλωστε και με τους «αγανακτισμένους» παλιότερα.
Ενώ και η Χρυσή Αυγή παρεμβαίνει για να συγκρατήσει δυνάμεις που διεκδικούνται και από άλλους χώρους, καθώς όλοι συμφωνούν ότι τα συλλαλητήρια και η αναβίωση του ονοματολογικού μετά από 26 σχεδόν χρόνια δημιουργούν το έδαφος για τη συγκρότηση του χώρου «δεξιά της δεξιάς» ως μιας υπολογίσιμης δύναμης για το αστικό πολιτικό σύστημα. Η προοπτική αυτή δεν φαίνεται να δυσαρεστεί ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ, υπολογίζοντας ότι θα αποδυναμώσει τη ΝΔ.
Οπως και να 'χει, τα σενάρια προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση εκκολάπτονται στο έδαφος της αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, που βρίσκεται σε εξέλιξη και στόχο έχει να εξασφαλίσει σταθερότητα στην κυβερνητική εναλλαγή, ώστε να προχωράνε ανεμπόδιστα τα μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο και να ανανεώνεται η ικανότητα του συστήματος να απορροφά τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Με δεδομένα τα παραπάνω, η θέση των εργαζομένων, των αυτοαπασχολούμενων, της μικρομεσαίας αγροτιάς, της νεολαίας δεν είναι στα συλλαλητήρια για το Σκοπιανό παρέα με τους εθνικιστές.
Ούτε βέβαια στην κερκίδα του αστικού κοσμοπολιτισμού. Η θέση τους είναι στον αγώνα ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και πολέμους στην περιοχή, για την απεμπλοκή της Ελλάδας απ' αυτούς, ενάντια στο δηλητήριο του εθνικισμού και του αλυτρωτισμού, που στάζει για τα συμφέροντά της η αστική τάξη, ζητώντας από τους λαούς να χύσουν το αίμα τους γι' αυτά.
Βήμα σε όλους, «πλην Λακεδαιμονίων»
Η περατζάδα κάθε λογής τηλε-σαλτιμπάγκων όλων των αποχρώσεων, με μια σχετική προτίμηση στους εθνικιστές, στις «σοβαρές Χρυσές Αυγές», αυτές τις μέρες από τη συχνότητα του ΣΚΑΪ (κι όχι μόνο), δεν έχει τελειωμό. Και δεν έχει πια και κανένα - ούτε καν προσχηματικό - στοιχειώδη ενημερωτικό χαρακτήρα.
Ενόψει του κυριακάτικου συλλαλητηρίου, μπορεί κανείς να δει και να ακούσει ανθρώπους, που - ενώ στον «επαγγελματικό τους βίο» πωλούν αλόες στην τηλεόραση - σε σχέση με το Μακεδονικό εμφανίζονται διαπρύσιοιυπερασπιστές της πατρίδας, μιλούν για «μεγάλες Ελλάδες», για αρχαίες Ιστορίες, για αλλαγές συνόρων κι ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι, χωρίς κανέναν αντίλογο, αν δεν συναντούν και τη συμφωνία δηλαδή των παραγόντων των διάφορων καναλιών.
Επίσης, μπορεί να δει και να ακούσει τους δήθεν «προοδευτικούς» κοσμοπολίτες, που πάλι με «φανταστικό» τρόπο επικαλούνται την Ιστορία και την επιστήμη, ως «καλά γνωρίζοντες» κι επίσης παίζουν επικίνδυνο ρόλο για τους λαούς και τα κυριαρχικά δικαιώματα των χωρών, στο βωμό των «εκσυγχρονισμών», των «παγκοσμιοποιήσεων» και των «ολοκληρώσεων».
Αλλοι στηρίζουν την κυβέρνηση και τις διαπραγματεύσεις της κι άλλοι όχι. Κανείς όμως δεν θίγει (και δεν θα μπορούσε άλλωστε) τα ιερά και τα όσια του καπιταλιστικού συστήματος. Το μόνο που δεν θα δει και δεν θα ακούσει κανείς είναι οι απαγορευμένες λέξεις: Κεφάλαιο, ιμπεριαλισμός, ΝΑΤΟ και ΕΕ. Ευνόητοι ασφαλώς οι λόγοι...
Ετσι, λοιπόν, στήνεται το παιχνίδι για την «επιτυχία ή αποτυχία» του εθνικιστικού συλλαλητηρίου.
Ετσι παίζεται συνολικότερα το παιχνίδι σε βάρος του λαού και της ουσιαστικής του ενημέρωσης για το ζήτημα με τη γειτονική χώρα ή και όποιο άλλο σημαντικό θέμα, σε μια περίοδο μάλιστα που οφείλει να επαγρυπνεί.
Διαπιστώσεις...
Μια γλαφυρή περιγραφή για το τι σημαίνει «ειρήνη και σταθερότητα» με το πιστόλι στον κρόταφο των λαών δίνει σε άρθρο της η χτεσινή «Καθημερινή», καταγράφοντας τις ανησυχίες, αλλά και τις προσδοκίες αστικών επιτελείων από τους τριγμούς ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και την Τουρκία.
Ο αρθρογράφος της εφημερίδας τα βάζει με τους «περιστασιακούς συμμάχους της Δύσης», που καταλήγουν να «αυτονομούνται», δημιουργώντας προβλήματα στη ΝΑΤΟική συμμαχία.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει τους «Ταλιμπάν» του Αφγανιστάν, που εξοπλίστηκαν από τις ΗΠΑ για να στραφούν ενάντια στην τότε Σοβιετική Ενωση και στη συνέχεια αποτέλεσαν τον πυρήνα της «τρομοκρατίας» παγκόσμια.
Κατά τον ίδιο τρόπο, οι Κούρδοι αξιοποιηθήκαν στον πόλεμο ενάντια στο «Ισλαμικό Κράτος» και τον Ασαντ, με αποτέλεσμα τώρα να διεκδικούν μερίδιο από τη λεία, σε βάρος της Τουρκίας και να προκαλείται ένταση στις σχέσεις της τελευταίας με το ΝΑΤΟ.
... και αποσιωπήσεις
Τι αποσιωπά αυτή η ανάλυση; Οτι οι ΗΠΑ έκαναν μια χαρά τη δουλειά τους με τους «Ταλιμπάν» την περίοδο πους τους εξόπλιζαν ενάντια στην ΕΣΣΔ, αλλά και όταν τους αξιοποιούσαν σαν πρόσχημα για επεμβάσεις στην πολύπαθη Μέση Ανατολή και άλλες περιοχές του πλανήτη. Και μπορεί οι Κούρδοι της Συρίας να μην είναι ίδια περίπτωση, το παράδειγμά τους όμως, όπως και η προσέγγιση Τουρκίας - Ρωσίας, επιβεβαιώνει ότι οι ιμπεριαλιστικές συμμαχίες είναι λυκοσυμμαχίες για τους λαούς.
Και ότι τίποτα δεν μένει σταθερό και αμετάβλητο, κάτω από το βάρος των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που οξύνονται, επιδρώντας και στην αναδιάταξη συμμαχιών στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Γι' αυτό ο λαός δεν πρέπει να σηκώνει τις σημαίες της αστικής τάξης και να υπερασπίζεται τις συμμαχίες και τους σχεδιασμούς της, αλλά να οργανώνει και να δυναμώνει σταθερά την αντιιμπεριαλιστική του πάλη.
Εχει ρόλο
Αποκαλυπτική από κάθε άποψη ήταν η συνέντευξη του Αμερικανού πρέσβη στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, σε τηλεοπτικό σταθμό, τη βδομάδα που πέρασε, όπου δεν έκρυβε το θαυμασμό του για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, που έχει εξελιχθεί στον καλύτερο σημαιοφόρο των ευρωατλαντικών συμφερόντων και σχεδιασμών στην ευρύτερη περιοχή. Χαρακτηριστική ήταν η διατύπωση περί «γεωπολιτικού μεντεσέ».
Είπε συγκεκριμένα: «Βλέπουμε την Ελλάδα ως μια πολύ θετική επιρροή στη γειτονιά και όπως είπαμε, όπως ο αντιπρόεδρος Πενς είπε, βλέπουμε την Ελλάδα σαν πυλώνα σταθερότητας σε μια περίπλοκη περιοχή, που αφορά τα δυτικά Βαλκάνια, την ανατολική Μεσόγειο και τις περιοχές της Βόρειας Αφρικής.
Και αυτό, πιστεύω, είναι το πιο ενδιαφέρον κομμάτι όταν δουλεύεις πάνω στις σχέσεις Ελλάδας - ΗΠΑ σήμερα. Είναι στον τρόπο που αυτή η χώρα αποκαθιστά τον ρόλο της ως γεωπολιτικού "μεντεσέ" μεταξύ της Ευρώπης και της ευρύτερης γειτονιάς. Και το κάνει αυτό ως δυνατός ΝΑΤΟικός σύμμαχος των ΗΠΑ».
Στην ίδια συνέντευξη έγιναν αναφορές στη «δραστήρια» βάση της Σούδας και στην «ευγνωμοσύνη» για τις «διευκολύνσεις» που δέχονται οι αμερικανικές Ενοπλες Δυνάμεις. Αυτά και μόνο, επιβεβαιώνουν τη σταθερή εμπλοκή της χώρας - με ευθύνη και της σημερινής κυβέρνησης - σε επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, που καμιά σχέση δεν έχουν με τα συμφέροντα του λαού, αλλά αντίθετα επιβάλλουν επαγρύπνηση.