Κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα των αγροτών στο σοσιαλισμό
Από τον Ιανουάριο του 1988 δικαιούνται οι ηλικιωμένοι αγρότες (οι γυναίκες από 55 και οι άνδρες από 60 χρόνων), όπως και όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι αυτών των ηλικιών, πέντε μέρες επιπλέον άδεια.
Στη διάθεση των αγροτών τίθενται για την ξεκούρασή τους ιδρύματα διακοπών στις πιο όμορφες περιοχές της χώρας...».
Με αφορμή τα τελευταία αντιασφαλιστικά μέτρα που πλήττουν και τους μικρομεσαίους αγρότες, αλιεύσαμε από ένα εγχειρίδιο του 1988 («Από πρώτο χέρι») ορισμένα στοιχεία για την οργάνωση της αγροτικής παραγωγής στην πρώην Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία.
Το εγχειρίδιο έχει ξεχωριστό κεφάλαιο με τον τίτλο «Κοινωνικά δικαιώματα και εξασφάλιση των αγροτών».
Παρά τα προβλήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και τις παραβιάσεις των νομοτελειών της στην ΕΣΣΔ και στις άλλες χώρες, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1960 και μετά, η πραγματικότητα για το λαό στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες ήταν ασύγκριτα καλύτερη από τον καπιταλισμό, επιβεβαιώνοντας την ανωτερότητα του ενός συστήματος έναντι του άλλου, παρά τις αντεπαναστατικές ανατροπές που ακολούθησαν.
Ετσι, κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα που στον καπιταλισμό, ακόμα και στις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες, είναι «άπιαστο όνειρο», για το λαό της ΓΛΔ και των άλλων χωρών όπου οικοδομούταν ο σοσιαλισμός, ήταν κατακτημένα και διευρύνονταν συνεχώς.
Ας δούμε πώς περιγράφει το εγχειρίδιο τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα των αγροτών στη ΓΛΔ: «Ιδιαίτερη σημασία για τη ζωή στην ύπαιθρο έχει η κοινωνική εξασφάλιση των αγροτών.
Ολα τα μέλη των συνεταιρισμών είναι στον ίδιο βαθμό ασφαλισμένα όπως όλοι οι εργαζόμενοι και καταβάλλουν γύρω στα 6% από το μισθό τους το μήνα σαν εισφορά κοινωνικής ασφάλισης.
Η ιατρική περίθαλψη, τα φάρμακα, οι αναρρωτικές άδειες και η παραμονή στα νοσοκομεία είναι δωρεάν.
Σε περίπτωση αρρώστιας, οι αγρότες παίρνουν επίδομα που ανέρχεται στα 90% του κατά μέσου όρου εισοδήματος για έξι εβδομάδες το χρόνο.
Οταν ξεπεραστούν οι έξι εβδομάδες, παίρνουν επίδομα ανάλογα με την ασφάλισή τους.
Οι αγρότες μπορούν να έχουν μια επικουρική ασφάλιση, όπως όλοι οι εργαζόμενοι στη ΓΛΔ, η οποία τους εξασφαλίζει από την έβδομη μέχρι και την 78η εβδομάδα ασθένειας ένα επίδομα μεταξύ 70 και 90% του κατά μέσο όρο εισοδήματός τους.
Αν και τότε δεν αναρρώσει ο ασθενής, τότε θεωρείται ανάπηρος και παίρνει επίδομα αναπηρίας.
Σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου, πληρώνεται για όλο το διάστημα της ανάρρωσης ολόκληρος ο κατά μέσο όρο μισθός.
Ο πληθυσμός της υπαίθρου για την υγειονομική φροντίδα του έχει στη διάθεσή του αγροτικά ιατρεία, σταθμούς νοσοκόμων, αγροτικά πολυιατρεία και φυσικά όλα τα ιατρικά ιδρύματα των πόλεων.
Για τους πιο ηλικιωμένους αγρότες εξασφαλίζεται επίσης η φροντίδα.
Παλιά, οι ηλικιωμένοι αγρότες εξαρτιόνταν από τις οικονομίες τους ή από τα παιδιά τους.
Αντίθετα, σήμερα παίρνουν, όπως όλοι οι εργαζόμενοι πολίτες στη ΓΛΔ, σύνταξη από το κράτος, όταν φτάσουν σε συντάξιμη ηλικία (για τις γυναίκες τα 60 και για τους άνδρες τα 65 χρόνια).
Οποιος είναι επικουρικά ασφαλισμένος παίρνει υψηλότερη σύνταξη, γύρω στο 70% του κατά μέσο όρο μηνιαίου εισοδήματός του.
Εκτός αυτού, πρώην μέλη των συνεταιρισμών παίρνουν επιπρόσθετη σύνταξη από το συνεταιρισμό, ανάλογα με τη διάρκεια της δουλειάς τους εκεί.
Και η άδεια είναι νομοθετικά εξασφαλισμένη για τους αγρότες.
Ανάλογα με τη δουλειά τους, τα χρόνια που εργάζονται στο συνεταιρισμό, την ειδίκευσή τους και τη βάρδια στην οποία δουλεύουν, η άδεια κυμαίνεται μεταξύ 18 και 24 εργάσιμων ημερών το χρόνο.