Η διαχρονική ληστεία στα αποθεματικά των ταμείων συνεχίζετε με repos
H απόφαση της κυβέρνησης, μέσω σχετικής τροπολογίας, να βάλει στο χέρι και τα ταμειακά διαθέσιμα των ασφαλιστικών ταμείων και άλλων δημόσιων οργανισμών, συνιστά νέο μέτρο σε βάρος των ασφαλισμένων και των δικαιωμάτων τους και συνολικά του λαού.
Δεν αλλάζει η ουσία του μέτρου, όσο και αν περιβάλλεται αυτό με τη μορφή του «εθελοντισμού» και πως δήθεν δεν πρόκειται για εξαναγκασμό.
Πολύ περισσότερο, που τα διαθέσιμα αυτά είναι χρήματα τα οποία τα ασφαλιστικά ταμεία και οι οργανισμοί τα έχουν άμεση ανάγκη, κλείνουν καθημερινά σχεδόν «τρύπες» ρευστότητας που παρουσιάζονται στη λειτουργία τους, με μια κουβέντα είναι το κομπόδεμα για να τα φέρνουν βόλτα.
Η τοποθέτηση αυτών των χρημάτων σε κρατικά repos, δηλαδή βραχυχρόνιο δανεισμό του κράτους, προκειμένου να αντιμετωπίσει ζητήματα ρευστότητας, θα τους στερήσει και το τελευταίο ευρώ από τα ταμεία τους.
Αλλωστε, το γεγονός ότι μέχρι τώρα τα κεφάλαια αυτά δεν τοποθετούνταν στα αποθεματικά των Ταμείων και δεν «κλείνονταν» σε τοποθετήσεις μακράς διάρκειας, υπηρετούσε συγκεκριμένο σκοπό. Και αυτός ήταν η κάλυψη των τρεχουσών αναγκών κάθε Ταμείου που προέκυπταν μέσα στο μήνα, ανάλογα με την πορεία που είχαν τα έσοδα και τα έξοδά τους, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση η απρόσκοπτη καταβολή των συντάξεων.
Στην πραγματικότητα, αυτό που γίνεται είναι μια μορφή εσωτερικού δανεισμού, με δεδομένο ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στην εξυπηρέτηση του κρατικού χρέους (που χρυσοπληρώσει ο λαός χωρίς να ευθύνεται γι' αυτό), τηρώντας τη συμφωνία με τους εταίρους της (ΕΚΤ, ΕΕ, ΔΝΤ) ότι θα πληρώνει «ατάκα και επίτόπου» τις δόσεις, αλλά και προκειμένου να εξυπηρετήσει άλλες ανάγκες ρευστότητάς της, αφήνοντας πάντα στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο.
Αποτελεί άλλο ένα επεισόδιο στη μακρά ιστορία λεηλασίας των αποθεματικών των Ταμείων, που άλλοτε μετατρέπονταν σε άτοκα δάνεια στην Τράπεζα της Ελλάδας, για να χρηματοδοτηθεί στη συνέχεια το ντόπιο κεφάλαιο με θαλασσοδάνεια, «δανεικά και αγύριστα», άλλοτε ρίχνονταν στον τζόγο του χρηματιστηρίου και πάλι ως πηγή κεφαλαίων για τους καπιταλιστές και άλλοτε «κουρεύονταν», όπως έγινε με το εγκληματικό PSI σε βάρος Ταμείων, νοσοκομείων, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και άλλων δημόσιων οργανισμών το 2012.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ επιχειρεί, μάλιστα, να επιβάλει τη νέα αφαίμαξη, πότε με το μαστίγιο του «λιτού βίου», που πρέπει άβουλα να αποδεχτεί ο ελληνικός λαός, και πότε με το καρότο του «πατριωτικού καθήκοντος», για να σωθεί δήθεν η χώρα.
Ομως, απέναντι στην πλουτοκρατία και τα μονοπώλια ούτε διανοείται να ζητήσει τα δικά τους «ταμειακά διαθέσιμα» που συσσωρεύονται στις τράπεζες, ντόπιες και ξένες. Το αντίθετο, μάλιστα.
Γι' αυτούς πασχίζει να εξασφαλίσει νέα επενδυτικά πακέτα, νέες πηγές χρηματοδότησης και ενίσχυσης.
Γι' αυτούς «λεφτά υπάρχουν», όταν από το λαό αφαιρείται και το τελευταίο ευρώ. Πάει πολύ, λοιπόν, αντί η κυβέρνηση να ενισχύσει τα Ταμεία και να αναπληρώσει τα λεηλατημένα αποθεματικά τους, να ζητά να βάλει στο χέρι και το τελευταίο ευρώ που τους έχει απομείνει.
Οι εργαζόμενοι, το συνδικαλιστικό κίνημα, μπροστά και στη νέα αυτή μεθόδευση που επιχειρείται σε βάρος των ασφαλιστικών ταμείων δεν πρέπει να υποκύψουν. Το αίτημα «Να πληρώσουν για την Κοινωνική Ασφάλιση κράτος και εργοδοσία» παραμένει επίκαιρο.
Γιατί μόνο κάτω απ' αυτήν τη σημαία, μπορούμε να υπερασπίσουμε ό,τι απέμεινε και να διεκδικήσουμε αυτά που δικαιούμαστε.
Τις τεράστιες απώλειες επιβεβαιώνουν ακόμα και στελέχη των αστικών κυβερνήσεων.
Ο Μ. Νεκτάριος, πρώην διοικητής του ΙΚΑ και αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, σε κείμενό του στο περιοδικό «Σπουδαί», το 2007, επισημαίνει ότι «το 1955-1973 η Νομισματική Επιτροπή όρισε ένα επιτόκιο 4% για τα αποθεματικά των Ταμείων, όταν τα επιτόκια των καταθέσεων κυμαίνονταν μεταξύ 5% και 9,5% (...)
Οι μεγαλύτερες απώλειες των Ταμείων προκλήθηκαν στην περίοδο 1974-1994, όταν ο πληθωρισμός αυξήθηκε δραστικά στο επίπεδο του 20% περίπου.
Σε όλη αυτή την περίοδο, τα ειδικά επιτόκια της Τράπεζας της Ελλάδος ήταν κατώτερα των τρεχόντων επιτοκίων καταθέσεων».
Επίσης, το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας σε κείμενό του αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ενδεικτικό είναι ότι τα τελευταία χρόνια της δικτατορίας το επιτόκιο έμεινε στο 4%, ενώ ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 15,5% το 1973 και στο 26,8% το 1974. Μόνο στα δύο αυτά έτη τα πλεονάσματα των Ασφαλιστικών Ταμείων έχασαν το 1/3 της αξίας τους».
Την ίδια ώρα που τα ασφαλιστικά ταμεία έχαναν δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ (δραχμές τότε), τα ίδια τα αποθεματικά τους χρησιμοποιήθηκαν από το κράτος για την κρατική χρηματοδότηση ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων, δηλαδή σαν ατμομηχανή της καπιταλιστικής ανάπτυξης, σε βάρος των ασφαλισμένων.
Υπολογίζεται ότι οι ζημιές των ασφαλιστικών ταμείων στο χρηματιστήριο την περίοδο 1999-2002 ήταν πάνω από 3,5 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, οι οφειλές του κράτους προς τα Ταμεία, λόγω μη καταβολής της τριμερούς χρηματοδότησης, έφθασαν, μέχρι το 2002 που άλλαξε το σύστημα, τα 2 δισ. ευρώ.
Η δυνατότητα των ασφαλιστικών ταμείων να τζογάρουν την περιουσία των ασφαλισμένων οδήγησε στα λεγόμενα «δομημένα ομόλογα», από τα οποία προκλήθηκαν ζημίες στα Ταμεία, όπως ήδη αναφέραμε.
Πέρα από τη ληστεία των αποθεματικών, οι κεφαλαιοκράτες έχουν και άλλους τρόπους να καρπώνονται την ασφαλιστική περιουσία των εργαζομένων. Σύμφωνα με στοιχεία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων ΙΚΑ (ΠΟΣΕ ΙΚΑ), το Σεπτέμβρη του 2013, οι βεβαιωμένες ανείσπρακτες εισφορές των επιχειρήσεων προς το ΙΚΑ ανέρχονταν το 2010 στα 4,8 δισ. ευρώ. Το 2013 το ύψος των οφειλών αυτών είχε ξεπεράσει τα 8 δισ. ευρώ. Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και η στέρηση εσόδων από τη «μαύρη» εργασία, που ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Πάνω σε αυτή τη χρόνια λεηλασία στηρίχθηκαν οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου για να δικαιολογήσουν το πέρασμα των αντιασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων. Φροντίζοντας, βέβαια, κάθε φορά να συγκαλύπτουν ότι η οικονομική κατάσταση των Ταμείων οφείλεται στο σύνολο της φιλομονοπωλιακής πολιτικής τους, που εντάθηκε μετά τη δεκαετία του '90. Η πολιτική αυτή θα συνεχιστεί, όπως μαρτυρούν οι κατευθύνσεις που έχουν χαράξει οι αστικές κυβερνήσεις και η Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά και η ίδια η πραγματικότητα που βιώνουν εκατομμύρια συνταξιούχοι και ασφαλισμένοι.
Στο πλαίσιο αυτό, η κρατική χρηματοδότηση μειώνεται συνεχώς, με προοπτική η ασφάλιση να γίνει ατομική υπόθεση του κάθε εργαζόμενου! Ετσι, για τη διετία 2015-2016 θα μειωθεί κατά 1,6 δισ. ευρώ. Είναι επίσης αποκαλυπτικά τα όσα αναφέρει η «Λευκή Βίβλος» της ΕΕ για την Ασφάλιση, που συντάχθηκε το 2012: «Η βιωσιμότητα και η επάρκεια των συνταξιοδοτικών συστημάτων εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο θα υποστηρίζονται από τις εισφορές, τους φόρους και την αποταμίευση εκ μέρους των ατόμων που βρίσκονται στην αγορά εργασίας».
Επίσης, στην «Πράσινη Βίβλο» της ΕΕ (προηγήθηκε της «Λευκής») λέγεται καθαρά ότι οι επιχειρηματικοί όμιλοι θεωρούν δική τους προίκα τις περιουσίες των Ταμείων. Συγκεκριμένα αναφέρεται: «Τα συνταξιοδοτικά συστήματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των χρηματοοικονομικών αγορών και ο σχεδιασμός τους μπορεί να προωθήσει ή να παρακωλύσει την ελεύθερη κυκλοφορία του εργατικού δυναμικού ή του κεφαλαίου»...
Γι' αυτό η πορεία της Κοινωνικής Ασφάλισης στη χώρα μας, οι σχεδιασμοί που υπάρχουν, αλλά και η ανάγκη του κεφαλαίου να κάνει ακόμα πιο φτωχή την τιμή της εργατικής δύναμης και της αναπαραγωγής της δείχνουν ότι οι εργαζόμενοι θα βρεθούν και πάλι μπροστά σε μια νέα αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση, που και πάλι θα θέσει ζήτημα αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, μείωσης των συντάξεων, συρρίκνωσης ή και κατάργησης παροχών που αφορούν σε στοιχειώδεις ανάγκες.
Οι εργαζόμενοι μπορούν και πρέπει από τώρα να προετοιμαστούν.
Να οργανώσουν τον αγώνα τους για να εμποδίσουν την εφαρμογή αντεργατικών - αντιλαϊκών μέτρων.