Το παράδειγμα της διαχείρισης Ομπάμα , προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ
Κλικ στα αριστερά βλέπει μερίδα του αστικού Τύπου στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς, με αφορμή τις εξαγγελίες του Αμερικανού Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα στην ομιλία του για την «κατάσταση του έθνους» για αυξήσεις στους μισθούς και άλλες παροχές για τους πιο αδύνατους. Στα ψιλά περνάει ότι πρόκειται για κάποια ψίχουλα που θα δοθούν σταδιακά και αφορούν ένα πολύ μικρό τμήμα εργαζομένων. Συγκεκριμένα, το ωρομίσθιο από 7,25 δολάρια θα γίνει ως το 2015 10,10 δολάρια για περίπου 200.000 ομοσπονδιακούς συμβασιούχους εργαζόμενους. Πρόκειται, δηλαδή, για «σταγόνα στον ωκεανό» και αφορά ένα στενό πυρήνα υπαλλήλων του κρατικού μηχανισμού.
Μια άλλη πλευρά που δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής είναι ότι η Κοινωνική Ασφάλιση πληρώνεται εξ ολοκλήρου από τους εργαζόμενους. Οσο για την υποτιθέμενη ενίσχυση των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων των εργαζομένων, εκτός από κάποια προγράμματα πτωχοκομείου στους πιο εξαθλιωμένους, αυτά γίνονται σε ανταποδοτική βάση. Η διαχείριση Ομπάμα, που εκθειάζεται από διάφορους αστούς και οπορτουνιστές ανά τον κόσμο - στη χώρα μας γνωστές είναι οι συχνές αναφορές του ΣΥΡΙΖΑ περί φιλολαϊκής επεκτατικής πολιτικής και ανάπτυξης χωρίς λιτότητα - είναι το ίδιο καταστροφική με αυτήν των λεγόμενων «αυστηρών δημοσιονομικών μέτρων», που εφαρμόζεται στην ΕΕ.
Ιδού ορισμένα στοιχεία της δήθεν φιλολαϊκής διαχείρισης Ομπάμα:
- 50 εκατ. άνθρωποι δεν καλύπτουν τα καθημερινά έξοδα για τη διατροφή τους και αναγκάζονται να σιτίζονται με κουπόνια.
- Η πραγματική ανεργία ξεπερνάει το 15%.
- Η επεκτατική πολιτική Ομπάμα οδήγησε σε δραστική αύξηση του κρατικού χρέους. Χρέους που θα πρέπει να καλύψουν οι εργαζόμενοι, αφού η κρατική στήριξη των μονοπωλίων θεωρείται δεδομένη.
- Η ομοσπονδιακή υπηρεσία απογραφής των ΗΠΑ (US Census Bureau) κάνει λόγο για έναν στους τρεις Αμερικανούς, δηλαδή περίπου 100 εκατομμύρια ανθρώπους, που «έπεσαν» κάτω από το όριο της φτώχειας (ορίζεται για 1 άτομο στα 11.500 δολάρια και για τετραμελή οικογένεια στα 23.000 δολάρια, το χρόνο) για τουλάχιστον δύο μήνες κατά τη διάρκεια της πρόσφατης καπιταλιστικής κρίσης μεταξύ 2009 και 2011.
- Το 20% των παιδιών που ζουν στη Νέα Υόρκη, δηλαδή ένα στα πέντε, δεν έχει αρκετό φαγητό στο σπίτι του (...) Το ποσοστό των ανηλίκων που υποσιτίζονται αυξήθηκε κατά 10% μέσα σε μια τετραετία (...) Συνολικά ένας στους έξι Νεοϋορκέζους, δηλαδή 1,3 - 1,4 εκατομμύρια άνθρωποι, δεν είχε αρκετό φαγητό στο σπίτι του την περίοδο 2010 - 2012 και «στα λαϊκά συσσίτια και τις διανομές τροφίμων η ζήτηση αυξήθηκε κατά 10% φέτος, αλλά οι πόροι τους, από τις κρατικές ενισχύσεις και τις ιδιωτικές δωρεές, μειώθηκαν ταυτόχρονα κατά 57%».
Αυτά τα στοιχεία είναι καταπέλτης για τους θιασώτες της υποτιθέμενης άλλης διαχείρισης. Ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις στην ΕΕ και τον κόσμο «πιάνονται» από υπαρκτές, αλλά επιμέρους, διαφορές που υπάρχουν σε μερίδες της αστικής τάξης των ΗΠΑ, και εκφράζονται σχηματικά στο διπολικό σύστημα των Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, αν και τα επιχειρηματικά συμφέροντα διανέμονται μέσα σε αυτά τα δύο αστικά κόμματα. Η αντιπαράθεσή τους ενίοτε παίρνει και οξυμένη μορφή, όπως στο παράδειγμα της παύσης πληρωμών πέρσι λόγω μη συμφωνίας για το όριο δανεισμού του κράτους. «Δημοκρατικοί» και «Ρεπουμπλικάνοι» προτείνουν διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, οι πρώτοι περισσότερο επεκτατικό μείγμα (επέκταση δημόσιων δαπανών), με ανοχή στο έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού και στην αύξηση του δημόσιου χρέους, και οι δεύτεροι περισσότερο περιοριστικό (περιορισμός δημόσιων δαπανών).
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η κρίση εκδηλώθηκε πρώτα στις ΗΠΑ το 2008. Χαρακτήρα διαπάλης, με διεθνείς διαστάσεις και ανταγωνισμούς, πήρε η συζήτηση για το ποιο μείγμα είναι περισσότερο πρόσφορο. Ετσι, οι ΗΠΑ έχουν κατ' επανάληψη παρέμβει για αλλαγή πολιτικής διαχείρισης της κρίσης στην Ευρωζώνη, με αιχμή τη Γερμανία. Οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν την κρίση, ακολουθώντας μια έντονα επεκτατική πολιτική, με την Κεντρική Τράπεζα να έχει τροφοδοτήσει κλάδους της οικονομίας με περισσότερα από 2 τρισ. δολάρια. Μέσα από το πρόγραμμά της προσπαθούν να μπουν σε τροχιά καπιταλιστικής ανάκαμψης, που όμως είναι άμεσα απειλούμενη από τα σημάδια υποχώρησης στις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες ή και την εξέλιξη της κρίσης στην ΕΕ.
Στις ΗΠΑ και τις άλλες καπιταλιστικές χώρες, οι φοροαπαλλαγές που παίρνει το κεφάλαιο από το αστικό κράτος για τη διευρυμένη αναπαραγωγή του, για το προσωρινό ξεπέρασμα των κρίσεων, πληρώνονται με χαράτσωμα του λαού, με πισωγύρισμα στα δικαιώματά του, με καταδίκη του στη φτώχεια και την ανέχεια.
Το παράδειγμα της διαχείρισης Ομπάμα, αποδεικνύει ότι, εφόσον η στρατηγική πλεύση είναι αυτή της διατήρησης και ενίσχυσης της εξουσίας των μονοπωλίων ανεξαρτήτως μείγματος, χαμένοι βγαίνουν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα. Αποκαλύπτει, επίσης, ότι δεν υπάρχουν «εύκολες» λύσεις όπως αυτές που προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ, που ισχυρίζεται ότι με αλλαγή του μείγματος διαχείρισης μέσα στο καπιταλιστικό πλαίσιο και τη λυκοσυμμαχία της ΕΕ μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή πολιτική. Οι Αμερικανοί εργαζόμενοι τη βιώνουν στο πετσί τους αυτήν τη «φιλολαϊκή» πολιτική. Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι οι παραγωγοί όλου του κοινωνικού πλούτου δεν έχουν να περιμένουν ριζική αλλαγή στη ζωή τους, αν δε συγκρουστούν με το κεφάλαιο, αν δε χτίσουν τη λαϊκή συμμαχία τους με τα άλλα εκμεταλλευόμενα στρώματα, για να διεκδικήσουν τη δική τους εξουσία, που θα θέσει την οικονομία και την παραγωγή στην υπηρεσία των δικών τους αναγκών.