Ο Ομπάμα μπορεί να δείχνει στους Γάλλους λίγη αγάπη, αλλά η Βρετανία δεν θα πρέπει να απελπίζεται
Ετσι, η «Φιγκαρό», μια μέρα πριν την επίσημη συνάντηση στις 9 Φλεβάρη, σημείωνε ότι «για τον Ομπάμα, η επίσκεψη Ολάντ ανοίγει μια σειρά διαδοχικών συναντήσεων με Ευρωπαίους που θα ακολουθήσουν το Μάρτη με την πρώτη επίσκεψη που θα εκτελέσει στις Βρυξέλλες για τη Σύνοδο με την ΕΕ», η οποία πραγματοποιείται σε μια περίοδο που δε διακρίνεται από τις καλύτερες των προϋποθέσεων (βλέπε παρακολουθήσεις Αμερικανών αξιωματούχων από τις μυστικές υπηρεσίες, προσβλητική δήλωση Νούλαντ για τη σχέση ΕΕ - Ουκρανίας κτλ). «Μερικοί ειδικοί σκέφτονται ότι ο Ομπάμα, που συμφωνεί μαζί του (σ.σ. με τον Γάλλο Πρόεδρο) στο ζήτημα της ανάπτυξης, τον βλέπει ως χρήσιμο σύμμαχο, για να επηρεάσει και να κατευνάσει τη γερμανική καγκελαρία, που θεωρείται μακράν ο πόλος - "κλειδί" στην Ευρώπη».
Σε άλλο της άρθρο, η «Φιγκαρό» αναδεικνύει τις διεργασίες για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις που θα ανοίξουν το δρόμο στα μονοπώλια για νέες μπίζνες. Ετσι, σημειώνει ότι η γαλλική κυβέρνηση χρειάζεται με τη σειρά της την αμερικανική πλευρά για να στηριχτούν τα σχέδιά της για την υποσαχάρια αφρικανική ζώνη της Σαχέλ (που συνδέεται με 13 χώρες): «Το 2013, η γαλλική επέμβαση στο Μάλι εγκαινίασε ανάμεσα στις δύο χώρες μια διαρκή συνεργασία στην περιοχή» εξηγεί, συνεργασία που αφορούσε συγκεκριμένα την ανταλλαγή πληροφοριών, δυνατοτήτων, τον ανεφοδιασμό με καύσιμα. Σε πολλές κρίσιμες στιγμές, «οι Αμερικανοί στήριξαν επιχειρησιακά την τακτική των γαλλικών δυνάμεων στο πλαίσιο της "Σερβάλ"». Η εφημερίδα παραθέτει μάλιστα σχόλια Αμερικανών που χαρακτηρίζουν «πράξη πολέμου» τη συγκεκριμένη προσφορά των ΗΠΑ. «Στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, οι ΗΠΑ διέθεσαν τα C-17 τους για να μεταφέρουν τμήματα της αφρικανικής δύναμης "Mίσκα", κύρια από τη Ρουάντα. Αυτή η συνεργασία ενσαρκώνεται επίσης στη Νιαμέυ (σ.σ. πρωτεύουσα του Νίγηρα)...». Η εφημερίδα τονίζει ότι «η αστάθεια στη Σαχέλ, στο νότο της Λιβύης, ενοχλεί εξίσου τους Γάλλους και τους Αμερικάνους», ενώ επικαλείται «υπεύθυνη στρατιωτική γαλλική πηγή» που υπογραμμίζει ότι «το κλείσιμο των εργοστασίων του τρόμου..., το άνοιγμα του δρόμου στους ακτιβιστές και τους εμπόρους και η κατασκευή τελικά ενός "τείχους" -εννοώντας μια γραμμή άμυνας- απαιτούν να χαραχτεί μια "μακροπρόθεσμη στρατηγική"». Βεβαίως, Γάλλοι διπλωμάτες και στρατιωτικοί έχουν πλήρη συνείδηση για το ότι οι στρατηγικές προτεραιότητες της Ουάσιγκτον -στις οποίες δε συγκαταλέγεται η Αφρική- περιορίζουν τον ορίζοντα της συνεργασίας. «Δε μας ενοχλεί οι Αμερικανοί να στηρίζουν πιο ενεργά έχοντας μια παρουσία λιγότερο ορατή», λένε πηγές από τον περίγυρο του Ζαν-Υβ Λε Ντριάν (σ.σ. Γάλλου υπουργού Αμυνας).
«Με έναν Ντέιβιντ Κάμερον αποκλεισμένο από το ίδιο του το Κοινοβούλιο και μια Αγκελα Μέρκελ αντι-επεμβατική, ο Φρανσουά Ολάντ αποτελεί σήμερα πράγματι έναν από τους καλύτερους συμμάχους για τον Ομπάμα», τονίζει η οικονομική εφημερίδα «Les Echos». «Γαλλία και ΗΠΑ μοιράζονται την ίδια ανησυχία για τη διασφάλιση της ασφάλειας παγκοσμίως. Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για άλλα ευρωπαϊκά κράτη», επιβεβαιώνει στην εφημερίδα ο Τζόναθαν Λόρανς, ειδικός για τις δια-ατλαντικές σχέσεις στο Ιδρυμα Μπρούκινγκς. Φυσικά, υπογράμμισε ότι αυτό το ταξίδι για τον Ολάντ γέννησε ελπίδες ότι «θα κεφαλαιοποιήσει την αλλαγή της φήμης της γαλλικής οικονομίας», στο φόντο μάλιστα της χαμηλής δημοτικότητάς του.
Η «Λε Μοντ» τονίζει μεταξύ άλλων ότι το ταξίδι Ολάντ εντάχτηκε στο σχεδιασμό να αποκατασταθεί η κακή φήμη που έχει η Γαλλία στους κύκλους «των Αμερικανών επιχειρηματιών, καθώς δεν είναι παρά η τελευταία χώρα στην οποία θα ρίσκαραν να επενδύσουν».
«Τα τρυφερόλογα του Ομπάμα στους Γάλλους», υποστηρίζει ομότιτλο άρθρο της «Ουάσιγκτον Ποστ» (στις12/2/14), «είναι μια προβλέψιμη απάντηση στα εσωτερικά προβλήματα (των ΗΠΑ)». «Με την ατζέντα της δεύτερης θητείας να έχει σκαλώσει στο Καπιτώλιο, ακολουθεί το πολυταξιδεμένο μονοπάτι της έμφασης στις εξωτερικές σχέσεις κατά τη δεύτερη θητεία του. Ομως, ακόμη και σε αυτόν τον τομέα, δεν υπάρχουν και πολλές φιλικές επιλογές: Οι σχέσεις με την Κίνα είναι τεταμένες και με τη Ρωσία "ξινές". Η Συρία είναι εφιάλτης, το Ιράκ χάλια, ενώ στο Ιράν και οπουδήποτε αλλού στη Μέση Ανατολή υπάρχουν ουσιαστικά αναλαμπές ελπίδας. Η αντιπαράθεση με την κατασκοπεία από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών έχει τραυματίσει τις σχέσεις με τη Γερμανία και προκάλεσε την ακύρωση της επίσημης επίσκεψης της Προέδρου της Βραζιλίας. Αλλά, μπροστά σε όλα αυτά, ο Πρόεδρος Ομπάμα λέει "Ζήτω η Γαλλία!"».
«Ο Ομπάμα μπορεί να δείχνει στους Γάλλους λίγη αγάπη, αλλά η Βρετανία δεν θα πρέπει να απελπίζεται», ήταν το κεντρικό άρθρο της βρετανικής «Τέλεγκραφ» στις 11/2/14, με το οποίο έκανε στην ουσία έναν συγκριτικό τεστ - απολογισμό βρετανο-γαλλικών «επιδόσεων» στη σκακιέρα των απανταχού ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και αντιπαραθέσεων.
Επισημαίνοντας ότι «μία δεκαετία μετά τις αντιθέσεις ΗΠΑ - Γαλλίας για την εισβολή στο Ιράκ, οι σχέσεις μεταξύ τους βελτιώθηκαν θεαματικά», θεωρεί πως «η Βρετανία εξακολουθεί να έχει μοναδική θέση στις καρδιές των Αμερικανών» και προχωρά στη σύγκριση της πολύ θερμής υποδοχής που επιφύλαξε στις αρχές της βδομάδας ο Πρόεδρος των ΗΠΑ στο Γάλλο ομόλογό του και στη χλιαρότερη υποδοχή που επιφύλαξε δύο χρόνια νωρίτερα στο Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον. Σύντομα, όμως, ερμηνεύει αυτή τη διαφορά, προχωρώντας σε έναν απολογισμό των ιμπεριαλιστικών επιδόσεων Λονδίνου - Παρισιού.
«Την τελευταία δεκαετία, η Βρετανία πλέει δίχως επιχειρησιακό αεροπλανοφόρο, ενώ η Γαλλία είναι προετοιμασμένη να προβληθεί παντού στην υδρόγειο: να αναλάβει ηγετικό ρόλο στη Λιβύη, να πολεμήσει την Αλ Κάιντα στο Σαχέλ της Αφρικής, να αναπτύξει σημαντικές δυνάμεις σταθεροποίησης στη Δυτική Αφρική. Σε μία περίοδο κατά την οποία η αμερικανική εξωτερική πολιτική περιορίζεται και η Ουάσιγκτον και το Πεντάγωνο προσπαθούν ελάχιστα να κρύψουν την απογοήτευσή τους για την ανικανότητα της Ευρώπης να υπερασπιστεί τον εαυτό της, το γεγονός ότι η Γαλλία είναι έτοιμη να διατηρήσει την επίφαση μίας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής δεν περνά απαρατήρητο».
Σε άλλο σημείο, ο αρθρογράφος της Τέλεγκραφ αναγνωρίζει και ενδοϊμπεριαλιστικές αντιφάσεις, όπως το γεγονός πως «ενώ επιδοκιμάζεται σε ένα επίπεδο η ανεξάρτητη γαλλική εξωτερική πολιτική, μπορεί, την ίδια ώρα, να προκαλέσει οργή, όπως έγινε την περασμένη βδομάδα με την επίσκεψη αντιπροσωπείας Γάλλων ανώτατων επιχειρηματικών στελεχών στην Τεχεράνη». Δεν παραγνωρίζεται επιπλέον η συνεχιζόμενη διαπραγμάτευση για μία εμπορική συμφωνία ΗΠΑ - ΕΕ, «που ενώ είναι πρώτη προτεραιότητα για το Λευκό Οίκο και τη Βρετανία, έχει ήδη αρχίσει να "κολλάει" στη γαλλική βραδυπορία σε όλα τα εμπορεύματα, από το τυρί μέχρι τις ταινίες». Το συμπέρασμα της «Τέλεγκραφ»; «Ενώ οι γαλλο-αμερικανικές σχέσεις έχουν βελτιωθεί σημαντικά από το ναδίρ στο οποίο είχαν πέσει το 2003, η Βρετανία έχει λόγους να αυτοπαρηγορείται πως η φιλία της με τις ΗΠΑ εξακολουθεί να μετρά και να αντέχει μπροστά στις αναδυόμενες στρατηγικές πραγματικότητες».
«Η Γαλλική επίσημη επίσκεψη: Με θαμμένο το τσεκούρι του πολέμου, ο Μπαράκ Ομπάμα υποδέχεται τον Φρανσουά Ολάντ στην Ουάσιγκτον», έγραφε η βρετανική Ιντιπέντεντ στις 13/2/14, αναγνωρίζοντας και αυτή σημαντική βελτίωση στις γαλλο-αμερικανικές σχέσεις, προχωρώντας ακολούθως σε απολογισμό της τελευταίας δεκαετίας.
«Πριν δέκα χρόνια, το Παρίσι ήταν, για την τότε κυβέρνηση Τζ. Ου. Μπους που επέβαλε την εισβολή στο Ιράκ το 2003, η ενσάρκωση της "παλιάς Ευρώπης". Οι συμπατριώτες του κ. Ολάντ χλευάζονταν από μερίδα του αμερικάνικου Τύπου σαν τυροφάγοι πίθηκοι, ενώ οι τηγανητές πατάτες (που στα αγγλικά αποκαλούνται "τηγανητές αλά γαλλικά") μετονομάστηκαν στα μενού των εστιατορίων του κογκρέσου "πατάτες της ελευθερίας". Υπό την προεδρία Ομπάμα, που καλωσόρισε στο Λευκό Οίκο το Γάλλο ομόλογό του με πομπώδεις φανφάρες, έχουν αλλάξει σχεδόν τα πάντα. Η Γαλλία έγινε ο ισχυρότερος συνήγορος της δυτικής επέμβασης στο συριακό εμφύλιο πόλεμο, ενώ το Παρίσι υποστηρίζει μία σαφώς σκληρή γραμμή στις διαπραγματεύσεις για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Οι δύο εργάστηκαν από κοινού στενά στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας στη βόρεια Αφρική. Ακόμη και η άσχημη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στην τηλεφωνική συνδιάλεξη της Αμερικανίδας υφυπουργού Εξωτερικών Αρμόδιας για την Ευρωπαϊκή Πολιτική, Βικτώρια Νούλαντ, για την πολιτική της ΕΕ στην Ουκρανία, άφησε απ' έξω τη Γαλλία (εν αντιθέσει με τη Γερμανία)».
Σύντομα όμως η «Ιντιπέντεντ» διαπιστώνει πως δεν είναι όλα μέλι-γάλα. Οπως σημειώνει, «οι ΗΠΑ ενοχλήθηκαν από την επίσκεψη 100 Γάλλων επιχειρηματιών στην Τεχεράνη αμέσως μετά την προσωρινή συμφωνία του Νοέμβρη για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Ο κ. Ολάντ έμεινε μετέωρος όταν ο κ. Ομπάμα αποφάσισε ξαφνικά τον περασμένο Σεπτέμβρη να μην προχωρήσει σε αεροπορικές επιδρομές για να τιμωρήσει το συριακό καθεστώς μετά την προφανή χρήση χημικών όπλων. Αλλά σε αυτό το ταξίδι, οποιαδήποτε τέτοια νευρικότητα είναι καλά κρυμμένη».