ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ 12 ΟΚΤΩΒΡΗ 1944
Τα γεγονότα όπως καταγράφονται από το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη»
στις 12 και 13 του Οκτώβρη 1944
Πέμπτη 12 του Οκτώβρη 1944. Οι Γερμανοί δεν έχουν προλάβει ακόμα να εκκενώσουν την πόλη κι ο λαός της πρωτεύουσας, από τις συνοικίες, τα εργοστάσια, τα σχολεία, τα υπουργεία, τα καταστήματα, ξεχύνεται στους αθηναϊκούς δρόμους ζητωκραυγάζοντας για την απελευθέρωσή του. Κύματα κύματα η λαοθάλασσα πλημμυρίζει την πλατεία Συντάγματος, τις οδούς Πανεπιστημίου, Σταδίου, Ακαδημίας, το Ζάππειο, την πλατεία Ομονοίας. Σε λίγες ώρες τα πάντα σημαιοστολίστηκαν με γαλανόλευκες και κόκκινες σημαίες. Τεράστια πανό του ΕΑΜ και του ΚΚΕ υψώθηκαν και τα συνθήματα για μια νέα Ελλάδα, λαοκρατική, περνούν σε όλα τα χείλη. Οι 1.264 μέρες σκλαβιάς στο φασισμό είχαν πια τελειώσει, οι μαχητές του ΕΛΑΣ κατέβασαν από την Ακρόπολη τη γερμανική σημαία για να υψώσουν στη θέση της την ελληνική.
Για να διαβάσετε το ένθετο πατήστε ΕΔΩ
Σαν σήμερα 97 χρόνια
από την επέτειος ίδρυσης του ΚΚΕ
Οι σύνεδροι στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ
Σαν σήμερα κλείνουν 97 χρόνια από την ίδρυση του Κόμματός μας.
Είναι η μέρα έναρξης του 1ου Ιδρυτικού Συνεδρίου του.
Η ίδρυση του ΣΕΚΕ ήταν το νομοτελειακό αποτέλεσμα της εξέλιξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα, ο ώριμος καρπός της ανάπτυξης του εργατικού κινήματος και της συνένωσής του με τη θεωρία του σοσιαλισμού.
Το Συνέδριο ενέκρινε το Ιδρυτικό Ψήφισμα του ΣΕΚΕ, τις Αρχές και το Πρόγραμμά του, το Καταστατικό του ενώ εκδόθηκε χαιρετιστήριο ψήφισμα προς τη νεαρή Σοβιετική Ρωσία αλλά και «διαμαρτυρίαν διά την μελετωμένην επέμβασιν των συμμάχων κατά της νεαράς Σοβιετικής Δημοκρατίας».
Στο Ιδρυτικό Ψήφισμα σημειώνεται ότι το Κόμμα βασίζεται πάνω σε δύο θεμελιώδεις αρχές:
Στην «πολιτική και οικονομική οργάνωση του προλεταριάτου σε ξεχωριστό κόμμα τάξεως διά την κατάκτησιν της πολιτικής εξουσίας και την δημοσιοποίησιν των μέσων της παραγωγής και ανταλλαγής, δηλαδή την μεταβολήν της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας εις κοινωνίαν κολλεχτιβικήν ή κομμουνιστικήν». Επίσης, στη «διεθνή συνεννόηση και δράση των εργατών».
Στις Αρχές και στο Πρόγραμμα του Κόμματος, τονίζεται η αναγκαιότητα της κοινωνικής επανάστασης για «την απελευθέρωσιν όχι μόνο των προλεταρίων, αλλά και ολοκλήρου της ανθρωπότητος που υποφέρει σήμερον».
Προστίθεται δε ότι ο αγώνας της εργατικής τάξης «είναι αναγκαστικώς και πολιτικός αγών, (επειδή) δεν δύναται να πραγματοποιήση την ιστορικήν της αποστολήν χωρίς να γίνη κάτοχος της πολιτικής εξουσίας, όπερ δύναται να κατορθώση μόνον δι' ενιαίας επαναστατικής δράσεως της παγκοσμίου εργατιάς, οργανωμένης σε ξεχωριστό εργατικό κόμμα».
Στο «Πρόγραμμα των σημερινών απαιτήσεων» που ψήφισε το Συνέδριο, διατυπώθηκαν πολλά σημαντικά και πρωτοποριακά για την εποχή αιτήματα, όπως η κατάργηση του βασιλικού θεσμού, το δικαίωμα ψήφου και εκλογής σε άντρες και γυναίκες, η εισαγωγή του θεσμού του δημοψηφίσματος, η κατάργηση του στρατιωτικού νόμου, η αποκέντρωση της διοίκησης, η πολιτική ειρήνης, συνεννόησης και ειλικρινούς συνεργασίας με όλα τα κράτη, η κατάργηση της μυστικής διπλωματίας και των μυστικών συνθηκών και προϋπολογισμών, η πλήρης ελευθερία των συνεταιρισμών, συνδικάτων και άλλων οργανώσεων, η πλήρης ελευθερία του Τύπου, η πλήρης εξασφάλιση της προσωπικής ελευθερίας.
Επίσης, η ελευθερία θρησκεύματος, η αναγνώριση της θρησκείας ως ιδιωτικής υπόθεσης και της Εκκλησίας ως ιδιωτικού ιδρύματος, η καθιέρωση του πολιτικού γάμου, η πλήρης αστική, πολιτική, οικονομική και κοινωνική εξίσωση των γυναικών με τους άντρες, η κατάργηση όλων των νόμων που περιορίζουν τα δικαιώματα της γυναίκας και του παιδιού εκτός γάμου, η απονομή της δικαιοσύνης από δικαστές που θα εκλέγονται από το λαό, η σύσταση ιδιαίτερων δικαστηρίων για τους ανηλίκους, η κατάργηση των στρατοδικείων και των ναυτοδικείων, η μετατροπή του συστήματος των φυλακών σε μορφωτικά ιδρύματα και η βελτίωση των συνθηκών υγιεινής.
Επίσης, η ίδρυση χωριστών φυλακών για γυναίκες και για ανηλίκους, καθώς και για τα πολιτικά αδικήματα, η δωρεάν παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, η εκλαΐκευση και υποχρεωτική λειτουργία της εκπαίδευσης, η παροχή τροφής και μέσων διδασκαλίας στα παιδιά από τους δήμους και τις κοινότητες, η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας σε όλη την εκπαίδευση και εισαγωγή στα σχολεία της γλώσσας διαφόρων εθνοτήτων, η ανοικοδόμηση και ο πολλαπλασιασμός των σχολείων.
Κατάργηση των έμμεσων φόρων και κάθε φόρου στα είδη πρώτης ανάγκης, προοδευτική φορολογία στα εισοδήματα και στα κεφάλαια, εθνικοποίηση των τσιφλικιών και των μοναστηριακών κτημάτων και παραχώρησή τους στις κοινότητες των καλλιεργητών.
Το Συνέδριο κατέληξε με την εκλογή πενταμελούς Κεντρικής Επιτροπής, αποτελούμενης από τους Αρίστο Αρβανίτη, Δημοσθένη Λιγδόπουλο, Σταμάτη Κόκκινο, Μιχαήλ Σιδέρη και Νίκο Δημητράτο.
Και τριμελή Εξελεγκτική Επιτροπή, από τους Γιώργη Πισπινή, Σπύρο Κομιώτη και Αβραάμ Μπεναρόγια. Γραμματέας της ΚΕ εκλέχτηκε ο Ν. Δημητράτος, ενώ διευθυντής της εφημερίδας «Εργατικός Αγών», που ήταν το επίσημο δημοσιογραφικό όργανο του Κόμματος, εκλέχτηκε ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος.
Στο Δεύτερο Συνέδριό του, που συνήλθε τον Απρίλη, 5-12 (18-25), του 1920 και αποφάσισε την προσχώρηση στη Γ' Κομμουνιστική Διεθνή, αποφασίστηκε να προστεθεί στον τίτλο του Κόμματος η λέξη «Κομμουνιστικό» και έτσι το Κόμμα ονομαζόταν Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (Κομμουνιστικό), ΣΕΚΕ (Κ). Στο ίδιο Συνέδριο αποφασίστηκε να τεθεί ο «Ριζοσπάστης» υπό τον έλεγχο της ΚΕ. Ένα χρόνο αργότερα, την 1η Αυγούστου 1921, ο «Ριζοσπάστης» έγινε «επίσημο όργανο του ΣΕΚΕ (Κ)».
Τη μετονομασία του σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας - (Ελληνικό Τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς), ΚΚΕ (ΕΤΚΔ), την αποφάσισε το Τρίτο Έκτακτο Συνέδριό του, που συνήλθε από τις 26 Νοέμβρη έως τις 3 Δεκέμβρη του 1924.
Το Συνέδριο, ομόφωνα, δέχτηκε τους 21 όρους εισδοχής των Κομμουνιστικών Κομμάτων στη Διεθνή.
Ο αναγνώστης της εφημερίδας μας Π. Φ., με αφορμή τις αλλαγές που πραγματοποιούνται στον «Ριζοσπάστη» με στόχο τη βελτίωση και αναβάθμισή του ως καθημερινού καθοδηγητή στην πάλη των εργαζομένων, μας θύμισε ένα σημαντικό κείμενο του Β. Ι. Λένιν, που αναφέρεται στο χαρακτήρα και το ρόλο του κομματικού Τύπου, αποσπάσματα του οποίου δημοσιεύουμε σήμερα
Οταν υπήρχε διαφορά ανάμεσα στον παράνομο και στο νόμιμο Τύπο, το ζήτημα του κομματικού και του μη κομματικού Τύπου λυνόταν κατά τρόπο εξαιρετικά αφελή και εξαιρετικά λαθεμένο, τερατώδη. Ολος ο παράνομος Τύπος ήταν κομματικός, εκδιδόταν από τις οργανώσεις, διευθυνόταν από ομάδες που συνδέονταν έτσι είτε αλλιώς με τις ομάδες των στελεχών του κόμματος που ασχολούνταν με την πρακτική δουλειά. Ολος ο νόμιμος Τύπος δεν ήταν κομματικός - γιατί απαγορευόταν να ανήκει σε κόμμα -, «έκλινε» όμως προς το ένα, είτε προς το άλλο κόμμα. Ηταν αναπόφευκτες οι τερατώδεις ενώσεις, οι αφύσικες «συμβιώσεις», οι πλαστές συγκαλύψεις. Με τις αναγκαστικές αποσιωπήσεις των ανθρώπων που ήθελαν να εκφράσουν κομματικές απόψεις μπερδεύονταν η ανοησία είτε η δειλία της σκέψης εκείνων που δεν ήταν ακόμα ώριμοι για να αφομοιώσουν αυτές τις απόψεις, εκείνων που στην πραγματικότητα δεν ήταν άνθρωποι του κόμματος.
Σε τι συνίσταται αυτή η αρχή της κομματικής φιλολογίας; Οχι μονάχα στο ότι η φιλολογική δουλειά δεν μπορεί να είναι για το σοσιαλιστικό προλεταριάτο μέσο πλουτισμού ατόμων είτε ομάδων. Γενικά δεν μπορεί να είναι ατομική υπόθεση, ανεξάρτητη από την κοινή προλεταριακή υπόθεση. Κάτω οι ακομματικοί συγγραφείς! Κάτω οι υπεράνθρωποι συγγραφείς! Η φιλολογική δουλειά πρέπει να γίνει ένα κομμάτι της γενικής προλεταριακής υπόθεσης, «ροδίτσα και βιδίτσα» ενός ενιαίου, μεγάλου σοσιαλδημοκρατικού μηχανισμού που τον βάζει σε κίνηση όλη η συνειδητή πρωτοπορία ολόκληρης της εργατικής τάξης. Η φιλολογική δουλειά πρέπει να γίνει συστατικό κομμάτι της οργανωμένης, σχεδιασμένης, ενιαίας σοσιαλδημοκρατικής κομματικής δουλειάς.
«Κάθε σύγκριση χωλαίνει», λέει μια γερμανική παροιμία. Χωλαίνει κι η δική μου σύγκριση της φιλολογίας με βιδίτσα, του ζωντανού κινήματος με μηχανισμό. Πιθανόν μάλιστα να βρεθούν και υστερικοί διανοούμενοι που θα αρχίσουν να ουρλιάζουν απ' αφορμή αυτή τη σύγκριση, η οποία ταπεινώνει, νεκρώνει και «γραφειοκρατικοποιεί» την ελεύθερη ιδεολογική πάλη, την ελευθερία της κριτικής, την ελευθερία της φιλολογικής δημιουργίας κ.τ.λ., κ.τ.λ. Στην ουσία παρόμοιες κραυγές θα ήταν απλώς εκδήλωση αστικοδιανοουμενίστικου ατομικισμού. Δε χωράει συζήτηση πως η φιλολογική δουλειά προσφέρεται λιγότερο από κάθε άλλη στη μηχανική εξίσωση και ισοπέδωση, στην κυριαρχία της πλειοψηφίας πάνω στη μειοψηφία. Δε χωράει συζήτηση πως σ' αυτή τη δουλειά, είναι απόλυτα απαραίτητο να εξασφαλίζεται μεγάλη απλοχωριά στην ατομική πρωτοβουλία, στις ατομικές κλίσεις, απλοχωριά στη σκέψη και στη φαντασία, στη μορφή και στο περιεχόμενο. Ολα αυτά είναι αναμφισβήτητα, όλα αυτά όμως αποδείχνουν απλώς τούτο: Πως το φιλολογικό μέρος της κομματικής δουλειάς του προλεταριάτου δεν μπορεί να ταυτίζεται τυποποιημένα με τα άλλα μέρη της κομματικής δουλειάς του προλεταριάτου. Ολα αυτά δεν ανατρέπουν καθόλου την ξένη και παράδοξη για την αστική τάξη και την αστική δημοκρατία θέση, ότι η φιλολογική δουλειά πρέπει απαραίτητα και υποχρεωτικά να γίνει μέρος της σοσιαλδημοκρατικής κομματικής δουλειάς, δεμένο αδιάρρηκτα με τα άλλα μέρη της. Οι εφημερίδες πρέπει να γίνουν όργανα των διαφόρων κομματικών οργανώσεων. Οι συγγραφείς πρέπει οπωσδήποτε να ενταχθούν στις κομματικές οργανώσεις. Τα εκδοτικά και οι αποθήκες, τα καταστήματα και τα αναγνωστήρια, οι βιβλιοθήκες και τα διάφορα βιβλιοπωλεία, όλα αυτά πρέπει να γίνουν κομματικά, υπόλογα απέναντι στο κόμμα. Ολη αυτή τη δουλειά πρέπει να την παρακολουθεί το οργανωμένο σοσιαλιστικό προλεταριάτο, να την ελέγχει ολόκληρη, να μπάζει σε όλη αυτή τη δουλειά, χωρίς καμιά εξαίρεση, τη ζωντανή πνοή της ζωντανής προλεταριακής υπόθεσης, δείχνοντας έτσι ότι είναι τελείως αβάσιμη η παμπάλαιη ρωσική αρχή: «Ο συγγραφέας κουτσογράφει, ο αναγνώστης κάτι ψευτοδιαβάζει», αρχή που διαπνέεται σε αρκετό βαθμό από αδιαφορία και από μπακαλίστικο πνεύμα.
Δε θα ισχυριστούμε, βέβαια, πως η παραμορφωμένη από την ασιατική λογοκρισία και την ευρωπαϊκή αστική τάξη φιλολογική δημιουργία θα μπορούσε μονομιάς να αναμορφωθεί. Δε σκοπεύουμε καθόλου να γίνουμε κήρυκες κάποιου ομοιόμορφου συστήματος είτε κάποιας επίλυσης του προβλήματος αυτού με μερικές αποφάσεις. Οχι, σ' αυτό τον τομέα λιγότερο από κάθε αλλού μπορεί να γίνει λόγος για σχηματικότητα. Το ζήτημα είναι ότι αυτό το καινούργιο πρόβλημα πρέπει να το νιώσει ολόκληρο το κόμμα μας, ολόκληρο το συνειδητό σοσιαλδημοκρατικό προλεταριάτο σ' όλη τη Ρωσία, να το τοποθετήσει καθαρά και να καταπιαστεί παντού με την επίλυσή του. Αφού γλιτώσαμε από την αιχμαλωσία της δουλοπαροικιακής λογοκρισίας, δε θέλουμε να πέσουμε και δε θα πέσουμε αιχμάλωτοι των αστικο-μπακαλίστικων φιλολογικών σχέσεων. Θέλουμε να δημιουργήσουμε και θα δημιουργήσουμε ελεύθερο Τύπο, ελεύθερο όχι μόνο από την αστυνομία, αλλά και από το κεφάλαιο και από τον καριερισμό - κάτι περισσότερο: απαλλαγμένο επίσης και από τον αστικό αναρχικό ατομικισμό.
Πρώτο, πρόκειται για την κομματική φιλολογία και την υποταγή της στον κομματικό έλεγχο. Ο καθένας είναι ελεύθερος να γράφει και να λέει ό,τι του αρέσει, χωρίς τον παραμικρό περιορισμό. Αλλά και κάθε ελεύθερη ένωση (μαζί και το κόμμα) έχει επίσης την ελευθερία να διώξει τα μέλη που χρησιμοποιούν τη φίρμα του κόμματος για να κηρύττουν αντικομματικές απόψεις. Η ελευθερία του λόγου και του Τύπου πρέπει να είναι πλήρης. Αλλά και η ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι πρέπει να είναι πλήρης. Είμαι υποχρεωμένος, εν ονόματι της ελευθερίας του λόγου, να σου δώσω πλήρες δικαίωμα να φωνάζεις, να λες ψέματα και να γράφεις ό,τι σου αρέσει. Αλλά κι εσύ είσαι υποχρεωμένος, εν ονόματι της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, να μου δώσεις το δικαίωμα να οργανώνομαι σε ένωση είτε να διαλύω την ένωση με ανθρώπους που λένε τούτο και το άλλο. Το κόμμα είναι μια προαιρετική ένωση, που αναπόφευκτα θα διαλυόταν, στην αρχή ιδεολογικά κι έπειτα και υλικά, αν δεν ξεκαθάριζε τις γραμμές του από τα μέλη που κηρύττουν αντικομματικές απόψεις. Για τον καθορισμό των ορίων ανάμεσα στις κομματικές και αντικομματικές απόψεις υπάρχει το πρόγραμμα του κόμματος, υπάρχουν οι αποφάσεις τακτικής του κόμματος και το καταστατικό του, υπάρχει τέλος όλη η πείρα της παγκόσμιας σοσιαλδημοκρατίας, των παγκόσμιων προαιρετικών ενώσεων του προλεταριάτου, που εντάσσει αδιάκοπα στα κόμματά του μεμονωμένα στοιχεία είτε ρεύματα όχι ολότελα συνεπή, όχι ολότελα καθαρώς μαρξιστικά, όχι ολότελα σωστά, αλλά και κάνει συνεχώς περιοδικά «ξεκαθαρίσματα» του κόμματός του.
Δεύτερο, κύριοι αστοί ατομικιστές, πρέπει να σας πούμε πως οι λόγοι σας για απόλυτη ελευθερία είναι απλώς υποκρισία. Σε μια κοινωνία που στηρίζεται στην εξουσία του χρήματος, σε μια κοινωνία που οι μάζες των εργαζομένων δυστυχούν ενώ μια χούφτα ζάπλουτων ζουν σαν κηφήνες, δεν μπορεί να υπάρχει πραγματική και αληθινή «ελευθερία». Είστε ελεύθερος απέναντι στον αστό έκδοτη σας, κύριε συγγραφέα; Απέναντι στο αστικό σας κοινό που σας ζητάει πορνογραφήματα σε πλαίσια1 και σε εικόνες, που ζητάει την πορνεία με τη μορφή «συμπλήρωσης» της «ιερής» τέχνης της σκηνής; Μα αυτή η απόλυτη ελευθερία είναι είτε αστική είτε αναρχική φράση (γιατί, σαν κοσμοθεωρία, ο αναρχισμός είναι αστισμός γυρισμένος από την ανάποδη). Να ζεις μέσα στην κοινωνία και να είσαι ελεύθερος απέναντι στην κοινωνία - δε γίνεται. Η ελευθερία του αστού συγγραφέα, του καλλιτέχνη, της ηθοποιού είναι εξάρτηση από τον μπεζαχτά, από την εξαγορά, από τη συντήρηση, μόνο που η εξάρτηση αυτή είναι συγκαλυμμένη (είτε σκεπάζεται υποκριτικά).
Κι εμείς οι σοσιαλιστές ξεσκεπάζουμε αυτή την υποκρισία, αποσπούμε τις ψεύτικες αυτές ταμπέλες, όχι για ν' αποκτήσουμε αταξική φιλολογία και τέχνη (αυτό θα είναι δυνατόν μόνο στη σοσιαλιστική αταξική κοινωνία), αλλά για να αντιπαραθέσουμε στην υποκριτικά ελεύθερη μα στην πραγματικότητα συνδεμένη με την αστική τάξη φιλολογία την πραγματικά ελεύθερη και ανοιχτά συνδεμένη με το προλεταριάτο φιλολογία.
Και θα είναι ελεύθερη η φιλολογία αυτή, γιατί εκείνο που θα στρατολογεί στις γραμμές της ολοένα νέες δυνάμεις δε θα είναι ούτε η ιδιοτέλεια ούτε ο καριερισμός, αλλά οι ιδέες του σοσιαλισμού και η συμπάθεια προς τους εργαζομένους. Η φιλολογία αυτή θα είναι ελεύθερη, γιατί δε θα υπηρετεί μια παραχορτασμένη ηρωίδα, ούτε τις «δέκα χιλιάδες της αφρόκρεμας», που πλήττουν και υποφέρουν από την παχυσαρκία, αλλά τα εκατομμύρια και τις δεκάδες εκατομμύρια των εργαζομένων, που αποτελούν τον ανθό της χώρας, τη δύναμή της, το μέλλον της. Αυτή θα είναι η ελεύθερη φιλολογία, που θα γονιμοποιεί την τελευταία λέξη της επαναστατικής σκέψης της ανθρωπότητας με την πείρα και τη ζωντανή δουλειά του σοσιαλιστικού προλεταριάτου, που θα δημιουργεί μόνιμη αλληλεπίδραση ανάμεσα στην πείρα του παρελθόντος (τον επιστημονικό σοσιαλισμό που ολοκλήρωσε την ανάπτυξη του σοσιαλισμού από τις πρωτόγονες, ουτοπιστικές μορφές του) και στην πείρα του παρόντος (τη σημερινή πάλη των συντρόφων εργατών).
Επί το έργον, λοιπόν, σύντροφοι! Μπροστά μας στέκει το δύσκολο και καινούργιο, όμως μεγάλο κι ελπιδοφόρο καθήκον να οργανώσουμε μια πολύ πλατιά, πολύπλευρη, ποικιλόμορφη φιλολογική δουλειά, σε στενή και αδιάρρηκτη σύνδεση με το σοσιαλδημοκρατικό εργατικό κίνημα (...)
Σημειώσεις:
1. Στην εφημερίδα έγινε, όπως φαίνεται, τυπογραφικό λάθος. Σύμφωνα με το νόημα θα έπρεπε να είναι «σε μυθιστορήματα». Σύντ. (Στα ρούσικα η φράση «σε μυθιστορήματα» είναι: «β ρομάναχ» και η φράση «σε πλαίσια» είναι «β ράμκαχ». Το τυπογραφικό λάθος φαίνεται ότι έγινε από την ομοιότητα των λέξεων. Σημ. Μετ.)
Πηγή :
https://www.rizospastis.gr/page.do?publDate=3/11/2013&id=14861&pageNo=16&direction=-1
Ιστορική αναδρομή από την ίδρυση του Κόμματος έως την ίδρυση της ΚΝΕ
Βεβαίως, στο 1ο ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ δεν υπάρχει καμιά αναφορά για συγκρότηση οργάνωσης νεολαίας. Αυτό εμφανίζεται στο Καταστατικό του Κόμματος, που ψηφίστηκε στο 2ο Συνέδριο του ΣΕΚΕ (Απρίλης 1920), στο κεφάλαιο θ με τίτλο «Ομιλοι νέων και γυναικών». Στο άρθρο 39 αναφέρεται: «Διά την ευκολίαν της προπαγάνδας του Κόμματος και διά τη σοσιαλιστικήν μόρφωσιν των νέων δύναται να οργανωθούν εντός των τμημάτων όμιλοι νεολαίας. Εις τους ομίλους τούτους ανήκουν όλοι οι νέοι, οι οποίοι δεν έχουν τα προσόντα να γίνουν μέλη του Κόμματος. Οι όμιλοι ούτοι παρακολουθούνται και εξελέγχονται παρ' αντιπροσώπου του τμήματος οριζομένου υπό της τοπικής επιτροπής».
Η Ομοσπονδία Σοσιαλιστικών Εργατικών Νεολαιών Ελλάδας είχε ιδρύσει ως τμήμα της την Ενωση Σοσιαλιστών Φοιτητών και Σπουδαστών Ελλάδας, για την ανάπτυξη της δράσης του Κόμματος στη σπουδάζουσα νεολαία. Η Ομοσπονδία λειτούργησε και έδρασε για δύο χρόνια έως το Νοέμβρη του 1922, που με πρωτοβουλία του ΣΕΚΕ (Κ) ιδρύθηκε η Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας, η ηρωική ΟΚΝΕ. Πράγματι, στις 28 Νοέμβρη 1922 συνήλθαν στη Θεσσαλονίκη, σε Συνέδριο, οι αντιπρόσωποι των σοσιαλιστικών νεολαιών και ομίλων νέων από την Αθήνα, τον Πειραιά, τη Χαλκίδα, τη Δράμα, το Βόλο, την Πάτρα, την Καβάλα και τη Θεσσαλονίκη και ίδρυσαν την ΟΚΝΕ. Η ΟΚΝΕ προσχώρησε αμέσως στην Κομμουνιστική Διεθνή Νέων, η οποία είχε ιδρυθεί το Νοέμβρη του 1919 και αποτελούσε τμήμα της Γ' Διεθνούς. Το Συνέδριο της ΟΚΝΕ εξέλεξε Κεντρική Επιτροπή και αποφάσισε η εφημερίδα «Νεολαία» να είναι δημοσιογραφικό της όργανο. Στην ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε μετά το Συνέδριο, η ΚΕ της ΟΚΝΕ τόνιζε ότι σκοπός των καθηκόντων που χάραξε το ιδρυτικό της Συνέδριο είναι «να προσελκύσουμε εις τας τάξεις μας όλην την Εργατική και Αγροτική Νεολαίαν της χώρας μας». Εκτίμησε δε ότι «εφ' όσον η Ομοσπονδία μας δεν καταστεί μία οργάνωσις μαζών, δε θα μπορέσουμε να συντείνουμε διόλου εις την επικράτησιν του αγώνα που η εργατική τάξις διεξάγει εναντίον της κρατούσης τάξεως. Και ως εκ τούτου, υιοθέτησε το σύνθημα του Γ' Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς "ΕΜΠΡΟΣ ΠΡΟΣ ΤΑΣ ΜΑΖΑΣ". Ετσι μονάχα η Ομοσπονδία μας θα γίνει ένας σπουδαίος παράγων εις τον αγώναν που το Κόμμα μας, ως αντιπροσωπεύον τας εργαζόμενας μάζας, διεξάγει αδιακόπως, για την απελευθέρωσίν των από τον εγχώριον και ξένον καπιταλιστικόν ζυγό».
Την πρώτη της μεγάλη «μάχη», η ΟΚΝΕ την έδωσε τον Αύγουστο του 1923, στη μεγάλη γενική απεργία. Η συμμετοχή των Νεολαιών Θεσσαλονίκης, Αθήνας, Πειραιά, Βόλου, Καβάλας, Δράμας και Πάτρας ήταν σοβαρή και έδειξαν εξαιρετική μαχητικότητα. Στη διάρκεια της απεργίας εκείνης πιάστηκε στην Καβάλα, επικεφαλής των απεργών, ο γραμματέας της ΟΚΝΕ Καβάλας Νίκος Σγουρίδης, που παραπέμφθηκε στο Στρατοδικείο Δράμας και πέθανε από τα βασανιστήρια στις φυλακές της. Η ΟΚΝΕ από το 1922 ήδη κυκλοφορούσε τη «Νεολαία», το κεντρικό όργανο της Οργάνωσης. Επίσης, κυκλοφόρησε και το περιοδικό «Νέος Λενινιστής».
Η πορεία της ΟΚΝΕ ήταν συνυφασμένη με την πορεία του Κόμματος και του λαϊκού κινήματος. Το Κόμμα στάθηκε πάντα δίπλα της σαν η δύναμη που καθοδηγούσε ιδεολογικά - πολιτικά την ΟΚΝΕ, διαπαιδαγωγούσε τα στελέχη και τα μέλη της στο πνεύμα της κατάκτησης της πρωτοπόρας δράσης, ανοίγοντας δρόμους για την πιο αποτελεσματική δουλειά της οργάνωσης στη νέα γενιά. Ετσι εξασφάλιζε ακόμη και στις πιο αντίξοες συνθήκες, τη διαμόρφωση της μελλοντικής γενιάς, της συνειδητής πολιτικά και ιδεολογικά πρωτοπορίας της εργατικής τάξης. Η φροντίδα αυτή ήταν για το Κόμμα, μόνιμη και σταθερή και φαίνεται απ' όλα τα ντοκουμέντα του.
Το 3ο Εκτακτο Συνέδριο του ΣΕΚΕ (Κ), τον Οκτώβρη του 1924, μετονόμασε το κόμμα σε Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας - Ελληνικό τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς και αποφάσισε την «μπολσεβικοποίηση» του Κόμματος, την αναδιοργάνωσή του, την ανάπτυξη της μαζικής του δράσης. Το Συνέδριο πρόσεξε ιδιαίτερα την ανάπτυξη της δουλειάς μέσα στους νέους και το δυνάμωμα της ΟΚΝΕ. Την περίοδο αυτή, ουσιαστικά, η ΟΚΝΕ άρχισε να διαμορφώνεται πολιτικά και οργανωτικά. Δε λείπει από κανέναν κοινωνικό και πολιτικό αγώνα. Στέκεται πιστή στο πλευρό του ΚΚΕ, δυναμώνοντας καθημερινά την ενότητα των γραμμών της και τη μαχητικότητά της.
Οι αποφάσεις του 3ου Τακτικού Συνεδρίου του Κόμματος ενίσχυσαν τη δουλειά του Κόμματος στην ΟΚΝΕ, αλλά συνέβαλαν επίσης και στην πιο αποτελεσματική δράση της Οργάνωσης στο κίνημα της νεολαίας.
Το ΚΚΕ το 1935 στο 6ο Συνέδριο, επισήμανε τον κίνδυνο του φασισμού και του πολέμου και έβαζε μπροστά στην ΟΚΝΕ επιτακτικά το πρόβλημα της προσαρμογής της δράσης της στις αποφάσεις του 6ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς Νέων. Στην απόφαση του Συνεδρίου τόνιζε, όσον αφορά τη νεολαία: «Ο φασισμός με τη δημαγωγία του προσπαθεί να κερδίσει τη νεολαία για τους σκοπούς του. Οι κομμουνιστές έχουν χρέος να δουλέψουν για την αποτυχία των προσπαθειών αυτών.
...Επιβάλλεται η δημιουργία μιας ενιαίας πλατιάς αντιφασιστικής οργάνωσης, που θα περιλαμβάνει, όχι μόνο τους νέους κομμουνιστές, αλλά όλους τους νέους, που μισούν την αντίδραση, το φασισμό, θέλουν την πρόοδο, τη λευτεριά, την ειρήνη... Με τη βοήθεια του Κόμματος, η ΟΚΝΕ μπορεί να τραβήξει μπροστά και σήμερα να εκπληρώσει το κυριότερο καθήκον της ένωσης των δυνάμεων της νέας γενιάς».
Ομως, το λαϊκό κίνημα δεν κατάφερε να αποτρέψει την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας στην Ελλάδα. Πράγματι, στις 4 Αυγούστου 1936, εγκαθιδρύεται η δικτατορία του Μεταξά. Το ΚΚΕ και η ΟΚΝΕ αγωνίζονται για την ενότητα δράσης των αντιδικτατορικών δυνάμεων, στη βάση των αποφάσεων του 6ου Συνεδρίου του Κόμματος και σε συνθήκες παρανομίας.
Οι οργανώσεις της ΟΚΝΕ, με τον παράνομο Τύπο τους και με τη γεμάτη ηρωισμό και αυτοθυσία δράση τους, συνέβαλαν αποφασιστικά στη διαφώτιση του λαού και των νέων. Ξεσκέπαζαν καθημερινά τη δημαγωγία της δικτατορίας και έδειχναν στους νέους το δρόμο της αγωνιστικής συσπείρωσης και πάλης και στην πάλη ενάντια στη φασιστική ΕΟΝ.
Μονάχα με τη φαρδιά λαϊκομετωπική πολιτική, με την οργάνωση μαζικής αντίστασης, με τη δραστήρια υπεράσπιση των ιδιαίτερων ζητημάτων της νεολαίας, θα μπορέσουμε να ματαιώσουμε το γενιτσαρικό έργο της δικτατορίας και να κάνουμε τη νέα γενιά ισχυρό μαχητικό προπύργιο του αντιδικτατορικού αγώνα».
Στο σκληρό αγώνα για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, η ΟΚΝΕ έδωσε αμέτρητες θυσίες, με πρώτους απ' όλους τον ήρωα και μάρτυρα γραμματέα της ΚΕ της, Χρήστο Μαλτέζο, ο οποίος εξοντώθηκε από το καθεστώς του Μεταξά στις φυλακές της Κέρκυρας μετά από φρικτά βασανιστήρια.
Στην περίοδο της Κατοχής με πρωτοβουλία της ΟΚΝΕ δημιουργήθηκε αρχικά το ΕΑΜ Νέων και στη συνέχεια η ΕΠΟΝ, ενώ στην περίοδο της τρίχρονης εποποιίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ δημιουργήθηκε η Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδας (ΔΝΕ), με σκοπό να συμπεριλάβει στις τάξεις της τους νέους μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού και τη νεολαία που ζούσε στις περιοχές που είχε υπό τον έλεγχό του.
Πέρα από την πολεμική δράση όλων των μορφών, η ΔΝΕ ανέπτυξε πλούσιο μορφωτικό και πολιτιστικό έργο, τόσο ανάμεσα στα μέλη της όσο και ανάμεσα στους νέους των ελεύθερων περιοχών. Ταυτόχρονα, συμμετείχε και στην παραγωγική διαδικασία (μάζεμα της σοδειάς, κλπ.). Τέλος, οι προκηρύξεις της και τα προπαγανδιστικά τρικ που ρίχνονταν στις περιοχές που ήλεγχε ο κυβερνητικός στρατός, αλλά και μέσα στις γραμμές του τελευταίου, είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία της, το οποίο γράφτηκε με θάρρος, τόλμη, αυταπάρνηση και ηρωισμό, πηγή των οποίων υπήρξε η αφοσίωση στα ιδανικά του αγώνα για μια καλύτερη, πιο δίκαιη, για μια ανθρώπινη κοινωνία. Αυτή η περίοδος για τη δουλειά του Κόμματος στη νεολαία όπως και η δράση της ΔΝΕ, δεν είναι ευρέως γνωστή.
Το ΚΚΕ και μετά το πέρασμα στην πολιτική προσφυγιά, δεν έπαψε να δρα για την ανάπτυξη της δουλειάς του στη νεολαία. Ετσι στην πολιτική προσφυγιά για κάποιο χρονικό διάστημα καθοδηγούσε τη δράση της ΕΠΟΝ η οποία είχε ανασυγκροτηθεί στα 1949, πριν την ήττα του ΔΣΕ, ενώ στην Ελλάδα συνέβαλε αρχικά στη δημιουργία της νεολαίας της ΕΔΑ και στη συνέχεια της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη.
Παρ' όλ' αυτά υπήρχε κενό κομμουνιστικής οργάνωσης νεολαίας μετά την αυτοδιάλυση της ΟΚΝΕ για τη δημιουργία της ΕΠΟΝ. Κενό που είχε αρνητική επίδραση στην ίδια την ανάπτυξη του Κόμματος. Ετσι με απόφαση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, τον Αύγουστο του 1968 ιδρύεται η Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας - ΚΝΕ. Η ίδρυσή της πραγματοποιείται μέσα σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας. Το ΚΚΕ είναι παράνομο, οι κομμουνιστές συλλαμβάνονται, βασανίζονται, κλείνονται στις φυλακές, εξορίζονται. Μέσα σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες, οι νέοι κομμουνιστές ξεκινούν τις προσπάθειες για τη δημιουργία της Κομμουνιστικής Νεολαίας Ελλάδας, αψηφώντας τις διώξεις, τη χούντα και τα όργανά της, οικοδομούν την ελπίδα, χτίζουν το αύριο.
Σε όλη αυτή την προσπάθεια, ακούραστος βοηθός, καθοδηγητής, στυλοβάτης, βρίσκεται το Κόμμα της εργατικής τάξης. Τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου συγκροτείται το πρώτο καθοδηγητικό όργανο της ΚΝΕ και εκδίδεται το πρώτο παράνομο φύλλο του «Οδηγητή». Η απόφαση του ΚΚΕ για την ίδρυση της ΚΝΕ δικαιώθηκε απ' τη ζωή.
Η ΚΝΕ γεννήθηκε και ατσαλώθηκε στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας. Η αγωνιστική προοπτική, που χάραξε για τη νεολαία, κάτω από την καθοδήγηση του ΚΚΕ, της εξασφάλισε την απήχηση που είχε μέσα στη νέα γενιά. Συνδυάζοντας όλες τις μορφές δράσης, παλεύει από την αρχή, για να δημιουργηθεί ένα μαζικό κίνημα αντίστασης. Οι κατασταλτικοί μηχανισμοί της δικτατορίας στράφηκαν πρώτα απ' όλα ενάντια στο ΚΚΕ και στην ΚΝΕ. Εκατοντάδες νεολαίοι στις φυλακές, στα στρατοδικεία, στην εξορία.
Στις 16 Δεκέμβρη, συμπληρώνονται 80 χρόνια από την απολογία του Βούλγαρου κομμουνιστή ηγέτη, στελέχους της Κομμουνιστικής Διεθνούς Γκεόργκι Δημητρώφ στη δίκη της Λιψίας
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελείται από αποσπάσματα της απολογίας του Γκ. Δημητρώφ στις 16 Δεκέμβρη του 1933. Στα αποσπάσματα που επιλέχθηκαν αναδεικνύεται η στάση του κομμουνιστή απέναντι σε ένα δικαστήριο οργανωμένο από το αστικό κράτος (και ειδικότερα από τη φασιστικής μορφής διακυβέρνηση) που έχει ως στόχο όχι μόνο τη φυσική του εξόντωση αλλά την ηθική και πολιτική καταδίκη του κομμουνισμού, της πάλης της εργατικής τάξης για την απελευθέρωσή της. Η στάση του Γκ. Δημητρώφ είναι υποδειγματική, δε στέκεται ως ένα ξεχωριστό άτομο απέναντι στους δικαστές του. Αναδεικνύει εξαρχής τον πολιτικό στόχο της δίκης. Η αντιπαράθεση στη δίκη γίνεται αντιπαράθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργατική τάξη, ανάμεσα στην αστική εξουσία και τους μηχανισμούς της και το επαναστατικό εργατικό κίνημα, το κομμουνιστικό κίνημα. Ο Γκ. Δημητρώφ αξιοποιεί το βήμα του δικαστηρίου, για να αναπτύξει τις θέσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς, να προπαγανδίσει την ανάγκη υπεράσπισης της Σοβιετικής Ενωσης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να κατανοήσουμε και τα αποσπάσματα από την απολογία του, που αναφέρονται στην έκκληση της ΚΔ για κοινή δράση κομμουνιστών και σοσιαλδημοκρατών ενάντια στο φασισμό. Το ΚΚΕ έχει θέσει το ζήτημα της ανάγκης κριτικής μελέτης των επεξεργασιών του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και εκείνης της περιόδου, με σκοπό την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για το σήμερα και το αύριο. Για το ζήτημα της συμμαχίας κομμουνιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων υπενθυμίζουμε την εξής επισήμανση του «Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ β' τόμος (1949-1968)» στη σελ. 99:
«(...) κυριάρχησε η άποψη ότι τα Κομμουνιστικά Κόμματα δεν θα μπορούσαν να απεγκλωβίσουν τις εργατικές δυνάμεις που ακολουθούσαν τη σοσιαλδημοκρατία, ότι θα απομονώνονταν από αυτές αν δεν ακολουθούσαν πολιτική συμμαχίας με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Οι ιστορικές εξελίξεις έδειξαν ότι μεγάλο μέρος της βάσης των άλλων κομμάτων κερδίζεται με την όξυνση της ταξικής πάλης, με ισχυρό ιδεολογικό μέτωπο κατά της αστικής πολιτικής και του οπορτουνισμού, και ότι αυτό αφορά και την περίοδο κορύφωσης των κοινωνικοπολιτικών συγκρούσεων, ακόμα περισσότερο αυτή».
Την μετάφραση των αποσπασμάτων που ακολουθούν έκανε ο Γιώργος Πολυμερίδης.
Δημητρώφ: Αναγνωρίζω ότι μιλώ απότομα και σκληρά. Ο αγώνας μου και η ζωή μου επίσης ήταν απότομη και σκληρή. Η γλώσσα μου όμως είναι γλώσσα ειλικρινής και άδολη. Συνηθίζω να λέω τα πράγματα με τ' όνομά τους.
Δεν είμαι δικηγόρος που από υποχρέωση υπερασπίζεται τον πελάτη του.
Υπερασπίζομαι τον εαυτό μου σαν κατηγορούμενος κομμουνιστής.
Υπερασπίζομαι την ίδια μου την κομμουνιστική, επαναστατική τιμή.
Υπερασπίζομαι τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου κομμουνιστικές πεποιθήσεις.
Υπερασπίζομαι το νόημα και το περιεχόμενο της ζωής μου.
Να γιατί καθετί που λέω στο δικαστήριο είναι αίμα από το αίμα μου και σάρκα από τη σάρκα μου.
Κάθε λέξη είναι έκφραση της πιο βαθιάς μου αγανάκτησης ενάντια στην άδικη κατηγορία, ενάντια στο γεγονός ότι ένα τέτοιο αντικομμουνιστικό έγκλημα προσάπτεται στους κομμουνιστές.
Συχνά μ' έψεξαν για το ότι δεν παίρνω στα σοβαρά την ανώτατη γερμανική Δικαιοσύνη. Αυτό δεν είναι καθόλου σωστό.
Είναι αλήθεια ότι για μένα σαν κομμουνιστή ανώτατος νόμος είναι το Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ανώτατο δικαστήριο, είναι η Επιτροπή Ελέγχου της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Αλλά για μένα σαν κατηγορούμενος, το Δικαστήριο του Ράιχ είναι μια δικαστική αρχή που πρέπει να την παίρνω σοβαρά υπόψη.
Οχι μόνο γιατί τα μέλη αυτού του δικαστηρίου είναι πέρα για πέρα αρμόδια, αλλά και γιατί αποτελεί έναν πολύ σπουδαίο τροχό της κρατικής εξουσίας, της κοινωνικής τάξης που κυριαρχεί εδώ, γιατί είναι μια δικαστική αρχή που μπορεί οριστικά και αμετάκλητα να απαγγείλει την εσχάτη των ποινών. Εγώ μπορώ να δηλώσω με ήσυχη τη συνείδησή μου ότι μπροστά στο δικαστήριο, άρα και μπροστά στην κοινή γνώμη, σε όλα τα ζητήματα έλεγα μόνο την αλήθεια. Σε ό,τι αφορά το κόμμα μου, το οποίο βρίσκεται σε κατάσταση παρανομίας, αρνούμαι να δώσω τα όποια αποδειχτικά στοιχεία. Εγώ πάντα μιλούσα σοβαρά και με το αίσθημα της πιο βαθιάς πεποίθησης.
Πρόεδρος: Δεν θα ανεχθώ, σ' αυτήν εδώ την αίθουσα, να ασχολείστε με κομμουνιστική προπαγάνδα. Αυτό το κάνατε σε όλη τη διάρκεια του δικαστηρίου. Αν συνεχίσετε σ' αυτό το πνεύμα, θα σας αφαιρέσω το λόγο.
Δημητρώφ: Αντιτίθεμαι αποφασιστικά ενάντια στον ισχυρισμό ότι επιδιώκω προπαγανδιστικούς σκοπούς. Οτι η υπεράσπισή μου μπρος στο δικαστήριο του Ράιχ, πέτυχε, επιπλέον, και προπαγανδιστικά αποτελέσματα, αυτό είναι σωστό. Μπορεί ακόμα να παραδεχτεί κανείς ότι η στάση μου μπρος στο δικαστήριο μπορεί να χρησιμεύσει σαν παράδειγμα για έναν κατηγορούμενο κομμουνιστή. Ομως, δεν είναι αυτός ο σκοπός της υπεράσπισής μου. Ο δικός μου σκοπός ήταν να διαψεύσω την κατηγορία ότι δήθεν οι Δημητρώφ, Τόργκλερ, Ποπόφ και Τάνεφ, το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα και η Κομμουνιστική Διεθνής έχουν κάτι το κοινό με τον εμπρησμό.
Γνωρίζω ότι κανένας στη Βουλγαρία δεν πιστεύει στη δική μας απίθανη συμμετοχή στον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Γνωρίζω ότι στο εξωτερικό είναι ζήτημα αν πιστεύει κανείς κάτι τέτοιο. Στη Γερμανία, όμως, οι συνθήκες είναι άλλες, εδώ μπορεί να πιστέψουν σε τέτοιους παράξενους ισχυρισμούς.
Να γιατί εγώ θέλω να αποδείξω ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε και δεν έχει τίποτε το κοινό με τη συμμετοχή σ' ένα τέτοιο έγκλημα.
(...)
Κύριοι δικαστές!
Δεν είναι η πρώτη φορά που προσάπτουν στους κομμουνιστές παρόμοια εγκληματική δολοφονική πράξη. Δεν μπορώ να παραθέσω εδώ όλα τα παραδείγματα αυτού του είδους. Υπενθυμίζω το ατύχημα της σιδηροδρομικής γραμμής εδώ στη Γερμανία, κοντά στο Γιούτερμποργκ, που προκάλεσε ένας ψυχοπαθής, τυχοδιώκτης, προβοκάτορας.
Τότε όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες χώρες, στη διάρκεια πολλών μηνών, διαδιδόταν ο ισχυρισμός ότι αυτή η υπόθεση είναι έργο του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος και ότι αυτή η τρομοκρατική πράξη είναι των κομμουνιστών. Μετά έγινε γνωστό ότι αυτή η πράξη έγινε από τον ψυχοπαθή και τυχοδιώκτη Μάτουσκα. Ο ίδιος συνελήφθη και καταδικάστηκε.
Αναφέρω άλλο παράδειγμα -η δολοφονία του Γάλλου Προέδρου από τον Γκουργκούζωφ. Τότε, επίσης, σε όλες τις χώρες γράφανε ότι εδώ υπάρχει ανάμειξη των κομμουνιστών. Ο Γκουργκούζωφ παρουσιάστηκε σαν κομμουνιστής σαν σοβιετικός πράκτορας. Τι αποδείχτηκε; Αποδείχτηκε ότι η απόπειρα δολοφονίας είχε οργανωθεί από τους λευκοφρουρούς και ότι ο Γκουργκούζωφ ήταν προβοκάτορας που επιδίωκε τη διακοπή των σχέσεων ανάμεσα στη Σοβιετική Ενωση και τη Γαλλία.
Υπενθυμίζω, επίσης, τη δολοφονική απόπειρα στον καθεδρικό ναό της Σόφιας. Αυτή η δολοφονική απόπειρα δεν ήταν οργανωμένη από το Βουλγάρικο Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά για το λόγο αυτό καταδιώχτηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα. Δυο χιλιάδες εργάτες, αγρότες και διανοούμενοι δολοφονήθηκαν με θηριώδικο τρόπο από τις φασιστικές συμμορίες με το πρόσχημα ότι ο καθεδρικός ναός της Σόφιας τινάχτηκε στον αέρα από τους κομμουνιστές. Αυτή η προβοκάτσια είχε οργανωθεί από τη βουλγάρικη αστυνομία.
Ακόμα από το 1920, ο ίδιος ο διοικητής της αστυνομίας της Σόφιας Προύτκιν οργάνωσε τη βομβιστική δολοφονική επίθεση κατά τη διάρκεια της απεργίας των σιδηροδρομικών σαν μέσο για να προβοκάρει τους Βούλγαρους εργάτες.
(...)
Οποιος θέλει να αγωνίζεται σωστά με τον αντίπαλό του, αυτός πρέπει να γνωρίζει καλά αυτόν τον αντίπαλο. Η απαγόρευση του κόμματος, η διάλυση των μαζικών οργανώσεων, η απώλεια της νομιμότητας - όλα αυτά είναι βαριά χτυπήματα πάνω στο επαναστατικό κίνημα. Τούτο, όμως, δε σημαίνει ότι τα πάντα έχουν χαθεί.
Το Φλεβάρη του 1933, το Κομμουνιστικό Κόμμα βρισκόταν μπρος στον κίνδυνο της απαγόρευσης. Ο κομμουνιστικός Τύπος είχε απαγορευτεί, αναμενόταν η απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα την περίμενε. Γι' αυτό γινόταν λόγος στις προκηρύξεις και στις εφημερίδες. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήξερε καλά ότι σε πολλές χώρες τα κομμουνιστικά κόμματα είναι απαγορευμένα, ωστόσο συνεχίζουν τη δράση τους και τον αγώνα. Τα Κομμουνιστικά Κόμματα είναι απαγορευμένα σε Πολωνία, Βουλγαρία, Ιταλία και σε μερικές άλλες χώρες.
Εγώ μπορώ να μιλώ γι' αυτό με βάση την πείρα του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Μετά την εξέγερση το 1923, το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα είχε απαγορευτεί, αλλά αυτό δρούσε, παρ' όλο που αυτό του κόστισε πολυάριθμα θύματα, το κόμμα έγινε πιο δυνατό απ' ό,τι ήταν πριν από το 1923. Τούτο το καταλάβαινε ο κάθε κριτικά σκεπτόμενος άνθρωπος.
Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αν και παράνομο, μπορεί ανάλογα με την κατάσταση να πραγματοποιήσει την επανάσταση. Αυτό δείχνει η πείρα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρωσίας ήταν παράνομο, υποβλήθηκε σε αιματηρές καταδιώξεις, όμως, μετά απ' αυτό η εργατική τάξη με επικεφαλής το Κομμουνιστικό Κόμμα ήρθε στην εξουσία. Οι ηγέτες του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος δεν μπορούσαν να θεωρούν ότι όλα χάθηκαν και ότι το ζήτημα έμπαινε είτε-είτε: ή εξέγερση ή χαμός. Οι ηγέτες του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος δεν μπορούσε να σκέπτονται έτσι ανόητα. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήξερε καλά ότι η παράνομη δουλειά θα έχει πολλά θύματα, θα απαιτεί αυτοθυσία και τόλμη, ήξερε επίσης ότι οι επαναστατικές του δυνάμεις θα δυναμώσουν και ότι το ίδιο θα αποδειχθεί ικανό να πραγματοποιήσει τα άμεσα καθήκοντα που στέκονται μπροστά του. Να γιατί αποκλείεται τελείως ότι το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα θα έπρεπε σ' αυτήν την περίοδο να τα παίξει όλα για όλα. Οι κομμουνιστές δεν είναι ευτυχώς τόσο κοντόφθαλμοι όσο οι αντίπαλοί τους. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές δεν χάνουν τον έλεγχο των νεύρων τους.
Σ' αυτό πρέπει να προστεθεί ότι το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα και τ' άλλα κομμουνιστικά κόμματα είναι τμήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. (...)
Σε αυτό το παγκόσμιο κόμμα των εκατομμυρίων μελών της Κομμουνιστικής Διεθνούς το πιο ισχυρό κόμμα είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης. Είναι το κυβερνών κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης -στο μεγαλύτερο κράτος του κόσμου. Η Κομμουνιστική Διεθνής -το παγκόσμιο κομμουνιστικό κόμμα- κάνει εκτίμηση της πολιτικής κατάστασης από κοινού με τις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων όλων των χωρών.
Η Κομμουνιστική Διεθνής, ενώπιον της οποίας είναι άμεσα υπεύθυνα όλα τα τμήματα, δεν είναι οργάνωση των συνωμοτών, αλλά παγκόσμιο κόμμα. Ενα τέτοιο παγκόσμιο κόμμα δεν μπορεί να παίζει με την εξέγερση και την επανάσταση. Ενα τέτοιο παγκόσμιο κόμμα δεν μπορεί να λέει επίσημα τούτο ή εκείνο το πράγμα στα εκατομμύρια των οπαδών του και ταυτόχρονα, αλλά στα κρυφά, να κάνει το αντίθετο. Ενα τέτοιο κόμμα, αγαπητέ μου Δρ. Ζακ, δεν κρατά λογιστική διπλογραφία!
(...)
Βρήκαν πάνω μου την έκκληση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Εγώ νομίζω ότι αυτή μπορεί επίσης να διαβαστεί. Σ' αυτήν την έκκληση έχουν ιδιαίτερη σημασία δύο σημεία. Σ' αυτήν γίνεται λόγος για τις διαδηλώσεις στις διάφορες χώρες σε σχέση με τα γεγονότα στη Γερμανία. Σ' αυτή γίνεται λόγος για τα καθήκοντα του Κομμουνιστικού Κόμματος στην πάλη ενάντια στην εθνικοσοσιαλιστική τρομοκρατία, όπως και για την υπεράσπιση των Οργανώσεων και του Τύπου της εργατικής τάξης. Σ' αυτήν την έκκληση, μεταξύ των άλλων, αναφέρεται:
«Το κύριο εμπόδιο στο δρόμο της δημιουργίας του ενιαίου μαχητικού μετώπου των κομμουνιστών και των σοσιαλδημοκρατών εργατών ήταν και είναι η πολιτική της συνεργασίας με την αστική τάξη, που ακολουθούσαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, τα οποία έθεσαν τώρα το παγκόσμιο προλεταριάτο κάτω από τα χτυπήματα του ταξικού εχθρού. Αυτή η πολιτική της συνεργασίας με την αστική τάξη, γνωστή με το όνομα της λεγόμενης πολιτικής "το μικρότερου κακού", οδήγησε πρακτικά στο θρίαμβο του φασισμού στη Γερμανία.
Η Κομμουνιστική Διεθνής και τα κομμουνιστικά κόμματα σε όλες τις χώρες πολλές φορές (όχι μια φορά) έχουν δηλώσει την ετοιμότητά τους για κοινό αγώνα με τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες ενάντια στην επίθεση του κεφαλαίου, της πολιτικής αντίδρασης και στον κίνδυνο του πολέμου.»
(...)
Ο μύθος ότι τάχα ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ είναι έργο των κομμουνιστών κατέρρευσε. Εγώ δε θα παραθέσω εδώ τις καταθέσεις των μαρτύρων, όπως αυτό το έκαναν οι άλλοι συνήγοροι. Το ζήτημα, όμως, αυτό μπορεί να θεωρείται τελείως διευκρινισμένο για κάθε αλλιώς σκεπτόμενο άνθρωπο. Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ δεν έχει καμιά σχέση με τη δράση του κομμουνιστικού κόμματος όχι μόνο με την εξέγερση, αλλά και με τη διαδήλωση, και με την απεργία, ή και με άλλες παρόμοιες πράξεις.
Τούτο αποδείχτηκε πέρα για πέρα από τη δικαστική ανάκριση. Ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ -εγώ δε μιλώ για τους ισχυρισμούς των εγκληματιών και των ψυχοπαθών- δεν είχε υιοθετηθεί από κανέναν σαν σύνθημα για εξέγερση. Σε σχέση με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ κανένας δεν είχε παρατηρήσει τις οποιεσδήποτε ενέργειες, πράξεις, απόπειρες για εξέγερση. Κανένας δεν άκουσε τίποτα. Ολοι οι μύθοι προς αυτήν την κατεύθυνση αναφέρονται σε μια περίοδο μετά τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ. Οι εργάτες την περίοδο αυτή βρίσκονταν σε κατάσταση άμυνας ενάντια στην επίθεση του φασισμού. Το Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα προσπάθησε να οργανώσει την αντίσταση των μαζών, την άμυνα. Ομως, είναι αποδεδειγμένο ότι ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ ήταν το πρόσχημα, το προανάκρουσμα για μια πλατιά σχεδιασμένη συντριβή της εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας -του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
(...)
Σε σχέση μ' αυτό, απόδειξη είναι επίσης και το έκτακτο διάταγμα της γερμανικής κυβέρνησης από τις 25 του Φλεβάρη του 1933.
Αυτό είχε εκδοθεί αμέσως μετά τον εμπρησμό. Διαβάστε αυτό το διάταγμα. Τι λέγεται σ' αυτό;
Σ' αυτό αναφέρεται ότι αναστέλλονται άρθρα του συντάγματος, και συγκεκριμένα το άρθρο για την ελευθερία του συνέρχεσθαι, την ελευθερία, το απαραβίαστο της ανθρώπινης προσωπικότητας, το απαραβίαστο της κατοικίας κ.τ.λ. Σ' αυτό βρίσκεται η ουσία αυτού του έκτακτου διατάγματος, στη δεύτερη παράγραφό του - εκστρατεία ενάντια στην εργατική τάξη...
Πρόεδρος: Οχι ενάντια στους εργάτες, αλλά ενάντια στους κομμουνιστές.
Δημητρώφ: Πρέπει να πω ότι με βάση αυτό το έκτακτο διάταγμα συνελήφθησαν όχι μόνο κομμουνιστές, αλλά και σοσιαλδημοκράτες και χριστιανοί εργάτες, ενώ διέλυσαν και τις οργανώσεις τους.
Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι αυτό το έκτακτο διάταγμα τασσόταν όχι μόνο ενάντια στο Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αν και αυτό εννοείται, ήταν πρώτα απ' όλα εναντίον του, αλλά και ενάντια στ' άλλα αντιπολιτευτικά κόμματα και ομάδες.
Ο νόμος αυτός ήταν απαραίτητος για τη δημιουργία κατάστασης έκτακτης ανάγκης, και αυτός συνδέεται άμεσα, οργανικά με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ.
(...)
Κύριε Πρόεδρε, Εσείς μου κάνετε μομφή. Εγώ μπορώ να σας εκφράσω την αντίρρησή μου σ' αυτό: σαν Βούλγαρος επαναστάτης ενδιαφέρομαι για το επαναστατικό κίνημα σε όλες τις χώρες, ενδιαφέρομαι, λόγου χάρη, και για τα νοτιοαμερικανικά πολιτικά ζητήματα και τα γνωρίζω ίσως όχι λιγότερο από τα γερμανικά, αν και ποτέ δεν ήμουν στην Αμερική. Εξάλλου, αν στη Νότια Αμερική πυρποληθεί το κτίριο κάποιου κοινοβουλίου, τούτο δε σημαίνει ότι εγώ θα ευθύνομαι γι' αυτό. Στη διάρκεια της δικαστικής έρευνας εδώ, στο δικαστήριο, εγώ έμαθα πολλά και χάριν της πολιτικής μου αίσθησης προσανατολίστηκα σε πολλές λεπτομέρειες.
(...)
Ο αστυνομικός υπάλληλος Χέλερ παραθέτει εδώ ένα κομμουνιστικό ποίημα από ένα βιβλίο που εκδόθηκε το 1925, για να αποδείξει ότι το 1933 οι κομμουνιστές πυρπόλησαν το Ράιχσταγκ.
Εγώ, επίσης, θα παραθέσω ένα ποίημα, αλλά από τον μεγαλύτερο Γερμανό ποιητή Γκαίτε:
Ετοίμασε έγκαιρα το νου σου.
Στους δυο δίσκους της ζυγαριάς της
μεγάλης ευτυχίας
σπάνια υπάρχει ηρεμία:
είσαι υποχρεωμένος ή να υψώνεσαι
ή να κατεβαίνεις προς τα κάτω
Εξουσίαζε ή υπάκουε,
με την τελετή ή γνωρίσου με
τον πόνο,
υψώσου σαν το βαρύ σφυρί -
ή στάσου σαν το αμόνι.
ΝΑΙ, όποιος δε θέλει να 'ναι
το αμόνι, πρέπει να γίνει το σφυρί!
(...)
Ο ανώτατος εισαγγελέας πρότεινε να αθωωθούν οι κατηγορούμενοι Βούλγαροι λόγω έλλειψης αποδειχτικών. Για μένα αυτό δεν είναι καθόλου απλό. Αυτό δεν θα μπορούσε να αποβάλει τις υποψίες. Οχι, στη διάρκεια του δικαστηρίου αποδείχτηκε ότι εμείς δεν έχουμε τίποτε το κοινό με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ, να γιατί δεν μπορούν να υπάρχουν οι οποιεσδήποτε υποψίες. Εμείς οι Βούλγαροι, όπως και ο Τόργκλερ, πρέπει να αθωωθούμε όχι λόγω έλλειψης αποδείξεων, αλλά γιατί σαν κομμουνιστές που είμαστε, δεν έχουμε, και δεν μπορούσαμε να έχουμε, καμία σχέση με τούτη την αντικομμουνιστική πράξη.
Εγώ προτείνω να ληφθεί η παρακάτω απόφαση:
1) Το ανώτατο δικαστήριο να αναγνωρίσει την αθωότητά μας σε τούτη την υπόθεση και το κατηγορητήριο για άδικο, τούτο αφορά εμένα, τον Τόργκλερ, τον Ποπόφ και τον Τάνεφ.
2) Ο Βαν ντερ Λούμπε να θεωρηθεί σαν όργανο που χρησιμοποίησαν οι εχθροί της εργατικής τάξης.
3) Οι ένοχοι γι' αυτήν την αδικαιολόγητη κατηγορία εναντίον μας να κληθούν για να λογοδοτήσουν.
4) Οι υπεύθυνοι αυτοί να καταδικαστούν σε αποζημίωση απέναντί μας για το χρόνο και την υγεία που μας έκαναν να χάσουμε, καθώς και για τις ταλαιπωρίες που μας έκαναν να περάσουμε.
Πρόεδρος: Αυτές τις λεγόμενες προτάσεις σας το δικαστήριο θα τις πάρει υπόψη κατά τη συζήτηση της ποινής.
Δημητρώφ: Θα 'ρθει ο καιρός που τα αιτήματα αυτά θα εξοφληθούν μαζί με τους τόκους. Σε ό,τι αφορά την πλήρη διαλεύκανση του ζητήματος του εμπρησμού στο Ράιχσταγκ και την αποκάλυψη των πραγματικών εμπρηστών και αυτό, εννοείται, θα το πραγματοποιήσει το λαϊκό δικαστήριο της μελλοντικής προλεταριακής δικτατορίας.
Στο XVII αιώνα, ο θεμελιωτής της επιστημονικής Φυσικής Γαλιλαίος Γαλιλέι παραπέμφθηκε στο αυστηρό δικαστήριο της Ιεράς Εξέτασης, που έπρεπε να τον καταδικάσει σαν αιρετικό σε θάνατο.
Με βαθιά πεποίθηση και αποφασιστικότητα είπε:
«Και όμως η γη γυρίζει!» Και αυτή η επιστημονική θέση έγινε αργότερα κτήμα ολάκερης της ανθρωπότητας.
Πρόεδρος: (Διακόπτει απότομα τον Δημητρώφ, σηκώνεται, μαζεύει τα χαρτιά και ετοιμάζεται να βγει)
Δημητρώφ (συνεχίζει): Εμείς οι κομμουνιστές μπορούμε τώρα όχι λιγότερο αποφασιστικά απ' το γέρο Γαλιλαίο να πούμε: «Και όμως η γη γυρίζει!»
Ο τροχός της Ιστορίας κινείται προς τα μπρος, προς μια σοβιετική Ευρώπη, προς μια παγκόσμια Ενωση των Σοβιετικών Δημοκρατιών.
Και αυτόν τον τροχό που τον σπρώχνει το προλεταριάτο, κάτω από την καθοδήγηση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, κανένα μέτρο εξόντωσης, καμία καταδίκη σε καταναγκαστικά μέτρα, καμιά καταδίκη σε θάνατο δεν θα τον σταματήσει. Γυρίζει και θα γυρίζει ως την οριστική νίκη του κομμουνισμού!
(Οι αστυνομικοί πιάνουν τον Δημητρώφ και με τη βία τον υποχρεώνουν να καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Ο Πρόεδρος και το δικαστήριο αποσύρονται σε συνεδρίαση για το ζήτημα, αν ο Δημητρώφ μπορεί να συνεχίσει το λόγο του. Μετά τη συνεδρίαση, το δικαστήριο επέστρεψε και ανακοινώνει ότι αφαιρείται οριστικά ο λόγος από τον Δημητρώφ.)